ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΜΕΔΙΟΛΑΝΟΥ
τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ Δανιήλ
Κατά τό ἔτος πού διανύουμε 2013 συμπληρώνονται 1.700 χρόνια ἀπό τήν ἔκδοση τοῦ Διατάγματος τοῦ Μεδιολάνου πού ὑπέγραψαν τό 313 μ.Χ. οἱ συναύγουστοι Κωνσταντῖνος καί Λικίνιος γιά τήν κατάπαυση τῶν διωγμῶν κατά τῶν Χριστιανῶν καί τήν ἐλεύθερη ἄσκηση τῆς λατρείας τους κατά τήν πίστη τους.
Συμμετέχοντες στήν ἐπέτειο δημοσιεύουμε τό Διάταγμα πού σώζεται στήν λατινική γλώσσα ἀπό τόν λατῖνο ἱστορικό Λακτάντιο (240-347μ.Χ.) στό ἔργο του «De Mortibus Persecutorum» (Ὁ θάνατος τῶν διωκτῶν) (MPL 7, 267) καί στήν ἑλληνική γλώσσα ἀπό τόν ἐκκλησιαστικό ἱστορικό Εὐσέβειο Παμφίλου (265-340μ.Χ.), ἐπίσκοπο Καισαρείας τῆς Παλαιστίνης στό ε΄ Κεφάλαιο τοῦ 10ου βιβλίου τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας του (P.G. τ. 20 στ. 880-885).
Παραθέτουμε τό κείμενο τοῦ Διατάγματος ἀπό τήν Ἐκκλησιαστική Ἱστορία τοῦ Εὐσεβίου καί τήν μεταφορά του στήν τρέχουσα γλώσσα γιά νά γίνουν κατανοητά τά νοήματά του καί ἀπό ἐκείνους πού δέν γνωρίζουν τά ἀρχαῖα ἑλληνικά. Ἡ μετάφραση ἔγινε ἀπό τόν Δρ. Θεολογίας Κωνσταντῖνο Σιαμάκη καί δημοσιεύεται στήν μελέτη «ἐξωχριστιανικές Μαρτυρίες γιά τόν Ἰησοῦ Χριστό» (ἔκδοση Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἐδέσσης, Θεσσαλονίκη 1995, σελ. 141-149) πού ἔλαβε ὑπ’ ὄψιν του καί τό κείμενο στή λατινική τοῦ Λακταντίου.
Α΄ ΚΕΙΜΕΝΟ
1. Ἤδη μέν πάλαι σκοποῦντες τήν ἐλευθερίαν τῆς θρησκείας οὐκ ἀρνητέαν, εἶναι, ἀλλ’ ἑνός ἑκάστου τῇ διανοίᾳ καί βουλήσει ἐξουσίαν δοτέον τοῦ τά θεῖα πράγματα τημελεῖν κατά τήν αὑτοῦ προαίρεσιν, ἕκαστον κεκελεύκειμεν, τοῖς τέ Χριστιανοῖς, τῆς αἱρέσεως καί τῆς θρησκείας τῆς ἑαυτῶν τήν πίστιν φυλλάτειν.
2. Ἀλλ’ ἐπειδή πολλαί καί διάφοροι αἱρέσεις ἐν ἐκείνῃ τῇ ἀντιγραφῇ, ἐν ᾗ τοῖς αὐτοῖς συνεχωρήθη ἡ τοιαύτη ἐξουσία, ἐδόκουν προστεθεῖσθαι σαφῶς, τυχόν ἴσως τινές αὐτῶν μετ’ ὁλίγον ἀπό τῆς τοιαύτης παραφυλάξεως ἀνεκρούοντο.
3. Ὁπότε εὐτυχῶς ἐγώ Κωνσταντῖνος ὁ Αὔγουστος κἀγώ Λικίνιος ὁ Αὔγουστος, ἐν τῇ Μεδιολάνῳ ἐληλύθειμεν, καί πάντα, ὅσα πρός τό λυσιτέλες καί τό χρήσιμον τῷ κοινῷ διέφερεν, ἐν ζητήσει ἔσχομεν, ταῦτα μεταξύ τῶν λοιπῶν ἅτινα ἐδόκει ἐν πολλοῖς ἅπασιν ἐπωφελῆ εἶναι, μᾶλλον δέ ἐν πρώτοις διατάξαι ἐδογματίσαμεν, οἷς ἡ πρός τό θεῖον αἰδώς τε καί τό σέβας ἐνείχετο, τοῦτ’ ἐστιν, ὅπως δῶμεν καί τοῖς Χριστιανοῖς καί πᾶσιν ἐλευθέραν αἵρεσιν τοῦ ἀκολουθεῖν τῇ θρησκείᾳ ᾗ δ’ ἄν βουληθῶσιν· ὅπως, ὅ τί ποτέ ἐστι θειότητος καί οὐρανίου πράγματος, ἡμῖν καί πᾶσι τοῖς ὑπό τήν ἡμετέραν ἐξουσίαν διάγουσιν εὐμενές εἶναι δυνηθῇ.
4. Τοίνυν ταύτην τήν βούλησιν τήν ἡμετέραν ὑγιεινῷ καί ὀρθοτάτῳ λογισμῷ ἐδογματίσαμεν, ὅπως μηδενί παντελῶς ἐξουσίᾳ ἀρνητέα ᾖ τοῦ ἀκολουθεῖν καί αἱρεῖσθαι τήν τῶν Χριστιανῶν παραφύλαξιν ἤ θρησκείαν, ἑκάστῳ τε ἐξουσίᾳ δοθείη τοῦ διδόναι ἑαυτοῦ τήν διάνοιαν ἐν ἐκείνῃ τῇ θρησκείᾳ, ἥν αὐτός ἑαυτῷ ἁρμόζειν νομίζῃ, ὅπως ἡμῖν δυνηθῇ τό θεῖον ἐν πᾶσι τήν ἔθιμον σπουδήν καί καλοκαγαθίαν παρέχειν.
5. Ἅτινα οὕτως ἀρέσκειν ἡμῖν ἀντιγράψαι ἀκόλουθον ἦν, ἵν’ ἀφαιρεθεισῶν παντελῶς τῶν αἱρέσεων, αἵτινες τοῖς προτέροις ἡμῶν γράμμασι τοῖς πρός τήν σήν καθοσίωσιν ἀποσταλεῖσι περί τῶν Χριστιανῶν ἐνείχοντο, { καί ἅτινα πάνη σκαιά καί τῆς ἡμετέρας πρᾳότητος ἀλλότρια εἶναι ἐδόκει, ταῦτα ὑφαιρεθῇ,} καί νῦν ἐλευθέρως τε καί ἁπλῶς ἕκαστος τῶν τήν αὐτήν προαίρεσιν ἐσχηκότων τοῦ φυλάττειν τήν τῶν Χριστιανῶν θρησκείαν, ἄνευ τινός ὀχλήσεως, τοῦτο αὐτό παραφυλλάτοι.
6. Ἅτινα τῇ σῇ ἐπιμελείᾳ πληρέστατα δηλῶσαι ἐδογματίσαμεν, ὅπως εἰδείης ἡμᾶς ἐλευθέραν καί ἀπολελυμένην ἐξουσίαν τοῦ τημελεῖν τήν ἑαυτῶν θρησκείαν τοῖς αὐτοῖς Χριστιανοῖς δεδωκέναι.
7. Ὅπερ ἐπειδή ἀπολελυμένως αὐτοῖς ὑφ’ ἡμῶν δεδωρῆσθαι, θεωρεῖ ἡ σή καθοσίωσις, καί ἑτέροις δεδόσθαι ἐξουσίαν τοῖς βουλομένοις τοῦ μετέρχεσθαι τήν παρατήρησιν καί θρησκείαν ἑαυτῶν· ὅπερ ἀκολούθως τῇ ἡσυχίᾳ τῶν ἡμετέρων καιρῶν γίνεσθαι φανερόν ἐστιν, ὅπως ἐξουσίαν ἕκαστος ἔχῃ τοῦ αἱρεῖσθαι καί τημελεῖν ὁποίον δ’ ἄν βούληται Θεῖον. Τοῦτο δέ ὑφ’ ἡμῶν γέγονεν, ὅπως μηδεμιᾷ τιμῇ μηδέ θρησκείᾳ τινί μεμειῶσθαί τι ὑφ’ ἡμῶν δοκοίη.
8.Καί τοῦτο δέ πρός τοῖς λοιποῖς εἰς τό πρόσωπον τῶν Χριστιανῶν δογματίζομεν, ἵνα τούς τόπους αὐτῶν, εἰς οὗς τό πρότερον συνέρχεσθαι ἔθος ἦν αὐτοῖς, περί ὧν καί τοῖς πρότερον δοθεῖσι πρό τήν σήν καθοσίωσιν γράμμασι τύπος ἕτερος ἦν ὡρισμένος τῷ προτέρῳ χρόνῳ, ἵν’ εἴ τινες ἤ παρά τοῦ ταμείου τοῦ ἡμετέρου ἤ παρά τινος ἑτέρου φαίνοιντο ἠγορακότες, εἰ τούτους, τοῖς αὐτοῖς Χριστιανοῖς ἄνευ ἀργυρίου καί ἄνευ τινός ἀπαιτήσεως τῆς τιμῆς ὑπερτεθείσης, δίχα πάσης ἀμελείας καί ἀμφιβολίας ἀποκαταστήσωσι, καί εἰ τινες κατά δῶρον τυγχάνουσιν εἰληφότες, τούς αὐτούς τόπους, ὅπως εἰ τοῖς αὐτοῖς Χριστιανοῖς τήν τάχιστην ἀποκαταστήσωσιν οὕτως.
9. Ἤ οἱ ἠγορακότες τούς αὐτούς τόπους, ἤ οἱ κατά δωρεάν εἰληφότες αἰτῶσί τι παρά τῆς ἡμετέρας καλοκἀγαθίας προσέλθωσιν τῷ ἐπί τόπων ἐπάρχῳ δικάζοντι, ὅπως καί αὐτῶν διά τῆς ἡμετέρας χρηστότητος πρόνοια γένηται. Ἅτινα πάντα τῷ σωματίῳ τῶν Χριστιανῶν παρ’ αὐτά διά τῆς σῆς σπουδῆς ἄνευ τινός παρολκῆς παραδίδοσθαι δεήσει.
10. Καί ἐπειδή οἱ αὐτοί Χριστιανοί οὐ μόνον ἐκείνους, εἰς οὗς συνέρχεσθαι ἔθος εἶχον, ἀλλά καί ἑτέρους τόπους ἐσχηκέναι γινώσκονται, διαφέροντας οὐ πρός ἕκαστον αὐτῶν, ἀλλά πρός τό δίκαιον τοῦ αὐτῶν σώματος, τοῦτ’ ἐστι τῶν Χριστιανῶν, ταῦτα πάντα ἐπί τῷ νόμῳ ὅν προειρήκαμεν, δίχα παντελοῦς τινος ἀμφισβητήσεως τοῖς αὐτοῖς Χριστιανοῖς, τοῦτ’ ἐστι τῷ σώματι αὐτῶν καί τῇ συνόδῳ, ἑκάστῳ αὐτῶν ἀποκαταστῆναι κελεύσεις· τοῦ προειρημένου λογισμοῦ δηλαδή φυλαχθέντος, ὅπως αὐτοί οἵτινες τούς αὐτούς ἄνευ τιμῆς, καθώς προειρήκαμεν, ἀποκαθιστῶσι, τό ἀζήμιον τό ἑαυτῶν παρά τῆς ἡμετέρας καλοκἀγαθίας ἐλπίζοιεν.
11. Ἐν οἷς πᾶσι τῷ προειρημένῳ σώματι τῶν Χριστιανῶν τήν σπουδήν δυνατώτατα παρασχεῖν ὀφείλεις, ὅπως τό ἡμέτερον κέλευσμα τήν ταχίστην παραπληρωθῇ, ὅπως καί ἐν τούτῳ διά τῆς ἡμετέρας χρηστότητος πρόνοια γένηται τῆς κοινῆς καί δημοσίας ἡσυχίας.
12. Τούτῳ γάρ τῷ λογισμῷ, καθώς καί προείρηται, ἡ θεία σπουδή περί ἡμᾶς, ἧς ἐν πολλοῖς ἤδη πράγμασιν ἀπεπειράθημεν, διά παντός τοῦ χρόνου βεβαίως διαμεῖναι.
13. Ἵνα δέ ταύτης τῆς ἡμετέρας νομοθεσίας καί τῆς καλοκἀγαθίας ὅρος πρός γνῶσιν πάντων ἐνεχθῆναι δυνηθῇ, ταῦτα τά ὑφ’ ἡμῶν γραφέντα, πανταχοῦ προθεῖναι καί εἰς γνῶσιν πάντων ἀγαγεῖν ἀκόλουθόν ἐστιν, ὅπως ταύτης τῆς ἡμετέρας καλοκἀγαθίας ἡ νομοθεσία μηδένα λαθεῖν δυνηθῇ. (P.G. Migne 20, 881-885).
* * * * *
Β΄ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
1. Ἐπειδή ἀπό παλιά κιόλας σκεφτόμασταν ὅτι δέν πρέπει ν’ ἀρνούμαστε τήν ἐλευθερία τῆς θρησκείας, ἀλλά πρέπει νά δοθῇ ἐξουσία στήν σκέψι καί στή βούλησι τοῦ καθενός νά ἐπιμελῆται τά θεῖα πράγματα ὅπως ὁ ἴδιος θέλει, εἴχαμε διατάξει καί γιά τούς Χριστιανούς νά μποροῦν νά τηροῦν τήν πίστι τῆς ἐπιλογῆς των καί τῆς θρησκείας των.
2. ἐπειδή ὅμως στό κείμενο ἐκεῖνο, μέ τό ὁποῖο τούς δόθηκε ἡ ἐλευθερία αὐτή, ἀποδείχτηκε σαφῶς ὅτι εἶχαν προστεθῇ πολλές καί διαφορετικές ἀπόψεις, γι’ αὐτό ἴσως μετά ἀπό λίγο μερικοί παρεμποδίζονταν ἀπό τόν τρόπο ζωῆς ἐκεῖνο.
3. Ὅταν ἀπό καλή τύχη ἐγώ ὁ Αὔγουστος Κωνσταντῖνος κι ἐγώ ὁ Αὔγουστος Λικίνιος συναντηθήκαμε στό Μεδιολάνο καί συζητήσαμε ὅλα ὅσα ἀφωροῦσαν στήν ὠφέλεια καί τή χρησιμότητα τοῦ κοινοῦ, ἀνάμεσα στ’ ἄλλα πού μᾶς φαίνονταν ὅτι θά εἶναι πολύ ὠφέλιμα σέ ὅλους, κρίναμε ὅτι πρέπει νά δώσουμε προτεραιότητα σ’ ἐκεῖνα στά ὁποῖα περιλαμβανόταν ἡ εὐλάβεια καί τό σέβας πρός τό θεῖο, δηλαδή νά δώσουμε καί στούς Χριστιανούς καί σ’ ὅλους ἐλεύθερη ἐπιλογή τοῦ ν’ ἀκολουθοῦν ὅποια θρησκεία θελήσουν, ὥστε, ὅ, τι θεῖο καί οὐράνιο πρᾶγμα ὑπάρχει τέλος πάντων, νά καταστῇ δυνατόν νά εἶναι εὐμενές σ’ ἐμᾶς καί σ’ ὅλους ὅσοι διατελοῦν κάτω ἀπό τήν ἐξουσία μας.
4. Μέ ὑγιές λοιπόν καί ὀρθότατο σκεπτικό θεσπίσαμε τή βούλησι αὐτή· σέ κανέναν ἀπολύτως νά μήν ἀρνούμαστε τήν ἐξουσία νά ἐπιλέγῃ καί ν’ ἀκολοθῇ τόν τρόπο ζωῆς ἤ θρησκεία τῶν Χριστιανῶν, καί νά δοθῇ στόν καθένα ἡ ἐξουσία νά δίνῃ τή διάνοιά του στή θρησκεία ἐκείνη τήν ὁποία ὁ ἴδιος νομίζει ὅτι τοῦ ταιριάζει· γιά νά μπορεῖ τό θεῖο νά μᾶς προσφέρῃ σέ ὅλα τή συνηθισμένη φροντίδα καί καλοκαγαθία του.
5. καί ἦταν φυσικό ν’ ἀποφασίσουμε νά τά γράψουμε αὐτά, ὥστε, ἀφοῦ ἀφαιρεθοῦν ἐντελῶς οἱ ἐπιλογές, πού περιέχονται μέσα στά κατά τό παρελθόν σταλμένα πρός τήν ἀφοσίωσί σου γράμματά μας τά σχετικά μέ τούς Χριστιανούς, {καί ὅσα φαίνονταιν ὅτι εἶναι πολύ σκαιά καί ξένα πρός τήν πρᾳότητά μας, αὐτά ν’ ἀφαιρεθοῦν}, στό ἑξῆς ὁ καθένας ἀπ’ αὐτούς πού κάνουν τήν ἴδια ἐπιλογή, νά ἔχουν δηλαδή τή θρησκεία τῶν Χριστιανῶν, νά κάνῃ αὐτό ἀκριβῶς ἐλευθέρως καί ἁπλῶς, χωρίς καμμιά ἐνόχλησι.
6. κρίναμε δέ ὅτι αὐτά πρέπει νά τά δήλωσουμε πληρέστατα στήν ἐπιμέλειά σου, γιά νά ξέρῃς ὅτι ἐμεῖς δώσαμε στούς Χριστιανούς ἐλεύθερη κι ἀπόλυτη τήν ἐξουσία ν’ ἀσκοῦν τή θρησκεία τους.
7. ἐπειδή ἡ ἀφοσίωσί σου βλέπει ὅτι αὐτό ἀκριβῶς τό χαρίσαμε σ’ αὐτούς ἐξ ὁλοκλήρου, «κατανοεῖ» ὅτι ἡ ἐξουσία ν’ ἀσκοῦν τόν τρόπο ζωῆς καί τήν θρησκεία {τους} πού θέλουν δόθηκε καί σ’ ἄλλους, πρᾶγμα πού εἶναι φανερό ὅτι γίνεται, γιά νά ἠρεμήσουν οἱ καιροί μας · γιά νά ἔχῃ ὁ καθένας τήν ἐξουσία νά ἐπιλέγῃ καί ν’ ἀκολουθῇ ὅποια «θρησκεία» θέλει. κι αὐτό τό κάναμε, γιά νά μή νομισθῇ ἀπό καμμιά τιμή καί θρησκεία ὅτι ἐμεῖς τή μειώσαμε σέ κάτι.
8. Θεσπίζουμε δέ εἰδικά γιά τούς Χριστιανούς ἐκτός ἀπό τά ἄλλα καί τοῦτο· τούς χώρους των, ὅπου πρῶτα συνήθιζον νά συναθροίζωνται, γιά τούς ὁποίους καί στά γράμματα πού ἔχουν σταλῆ {παλιότερα} πρός τήν ἀφοσίωσί σου ὑπῆρξε κατά τό παρελθόν ἄλλη διατύπωσι, ἄν μερικοί φαίνωνται ὅτι τούς ἀγόρασαν ἤ ἀπό τό δικό μας ταμεῖο ἤ ἀπό κάποιο ἄλλο, νά τούς ἐπιστρέψουν στούς ἴδιους Χριστιανούς χωρίς χρήματα καί χωρίς καμμιά ἀπαίτησι τοῦ ἀντιτίμου των, ἀφοῦ ἀπορριφθῇ κάθε ἀμέλεια καί ἀμφισβήτησι· κι ἄν μερικοί ἔτυχε νά πάρουν τέτοιους χώρους σά δῶρο, τά ταχύτερο νά τούς ἐπιστρέψουν στούς ἴδιους τούς Χριστιανούς.
9. ἔτσι ὥστε, ἄν αὐτοί πού τούς ἀγόρασαν ἤ ἐκεῖνοι πού τούς πῆραν σά δωρεά ζητοῦν κάτι ἀπό τήν καλοκαγαθία μας, νά προσέλθουν στόν τοπικό δικαστικό ἔπαρχο, γιά νά ληφθῇ καί γι’ αὐτούς πρόνοια ἀπό τήν δική μας ἐπιείκεια. ὅλοι αὐτοί οἱ χῶροι πρέπει νά παραδοθοῦν πάραυτα στό σῶμα τῶν Χριστιανῶν μέ τη φροντίδα σου χωρίς καμμία χρονοτριβή.
10. κι ἐπειδή ἔγινε γνωστό ὅτι οἱ ἴδιοι Χριστιανοί εἶχαν ὄχι μόνο τούς χώρους ἐκείνους, ὅπου συνήθιζαν νά συναθροίζωνται, ἀλλά καί ἄλλους πού ἀνῆκαν ὄχο στόν καθένα ἀπ’ αὐτούς ἀλλά στήν ἰδιοκτησία τοῦ σώματός των, δηλαδή τῶν Χριστιανῶν, ὅλους αὐτούς τούς χώρους σύμφωνα μέ τόν προειρημένο νόμο, χωρίς καμμία ἀπολύτως ἀμφισβήτησι, θά διατάξῃς νά τούς ἐπιστρέψουν στούς ἴδιους τούς Χριστιανούς, δηλαδή στό σῶμα καί στή σύνοδό τους· καί νά τηρηθῇ φυσικά ἡ προειρημένη τακτική· αὐτοί δηλαδή πού θά τούς ἐπιστρέψουν χωρίς ἀντίτιμο, ὅπως εἴπαμε προηγουμένως, νά μποροῦν νά ἐλπίζουν τήν ἀποζημίωσί τους ἐκ μέρους τῆς καλοκαγαθίας μας.
11. σ’ ὅλ’ αὐτά ὀφείλεις νά προσφέρῃς στό προειρημένο σῶμα τῶν Χριστιανῶν τή φροντίδα σου μέ πολλή δύναμι, γιά νά ἐφαρμοσθῇ ἡ διαταγή μας τό ταχύτερο, ὥστε καί στό θέμα αὐτό χάρι στήν ἐπιείκειά μας νά ληφθῇ πρόνοια γιά τήν κοινή καί δημόσια ἠρεμία.
12. διότι, ὅπως λέχθηκε καί παραπάνω, μ’ αὐτό τό σκεπτικό «θέλουμε» ἡ θεία φροντίδα πού μᾶς περιβάλλει, τῆς ὁποίας πεῖρα λάβαμε ἤδη σέ πολλές καταστάσεις, νά μᾶς μείνῃ σίγουρη γιά πάντα.
13. Γιά νά καταστῇ δέ δυνατόν ἡ διατύπωσι αὐτῆς τῆς νομοθεσίας μας καί καλοκαγαθίας νά ἔρθῃ εἰς γνῶσι ὅλων, εἶναι εὐνόητο ὅτι, πρίν ἀπό τό δικό σου διάταγμα, θά δημοσιεύσεις παντοῦ καί θά φέρῃς εἰς γνῶσι ὅλων αὐτό τό γράμμα μας, ὥστε νά μήν καταστῇ δυνατόν νά μείνῃ κρυμμένη ἀπό κανέναν ἡ νομοθεσία τῆς καλοκαγαθίας μας αὐτῆς.
* * * * *
Γ΄ ΣΧΟΛΙΑ
1. Τά διατάγματα τῶν αὐτοκρατόρων τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας ἐστέλλοντο σ’ ὅλους τούς κατά τόπους Διοικητές τῶν Ἐπαρχιῶν στούς ὁποίους ἀνετίθετο ἡ τήρηση τους.
2. Ἀπό τίς παραγράφους 1 καί 2, πού ἀποτελοῦν τό πρόλογο τοῦ Διατάγματος συνάγεται, ὅτι τό Διάταγμα ἐκδόθηκε γιά νά ἀποσαφηνίσει καί παγιώσει τήν βούληση τῶν Αὐγούστων πού εἶχε ἐκφρασθεῖ σέ προηγούμενο κοινό διάταγμα, πού δέν ἐτηρεῖτο πιστά ἀπό τούς κατά τόπους Διοικητές τῶν περιοχῶν ὡς πρός τήν ἐλευθερία πού ἔπρεπε νά ἀπολαμβάνουν καί οἱ Χριστιανοί, νά πιστεύουν καί νά λατρεύουν τό Θεό ὅπως ἐπιθυμοῦσαν.
3. Στήν παράγραφο 3 οἱ συναύγουστοι ἀναλαμβάνουν κατά προτεραιότητα νά ρυθμίσουν τά θρησκευτικά ζητήματα τῆς αὐτοκρατορίας, ἐπειδή πίστευαν ὅτι ἡ θρησκευτικότητα ἀποβαίνει εἰς ὄφελος καί αὐτῶν πού τήν ἀσκοῦν καί γενικώτερα τῆς κοινωνίας.
4. Στίς παραγράφους 4 καί 7 θεσπίζεται ἡ ἀνεξιθρησκεία. Στήν αὐτοκρατορία ὅλες οἱ θρησκεῖες γίνονται ἀνεκτές.
5. Ἀπό τίς παραγράφους 5 καί 6 καταφαίνεται, ὅτι ἀλλοιώθηκαν ἤ παρερμηνεύθηκαν ἤ νοθεύθηκαν οἱ προηγούμενες διαταγές τῶν συναυγούστων.
6. Στίς παραγράφους 8,9,10 ἐπιστρέφονται οἱ χῶροι λατρείας πού ἀφαιρέθηκαν ἀπό τούς Χριστιανούς καί ρυθμίζονται περιουσιακά τους ζητήματα.
7. Στίς παραγράφους 11,12,13, δίδονται ὁδηγίες γιά τίς ἐνέργειες πού πρέπει νά κάνουν οἱ κατά τόπους Διοικητές γιά τήν ἐφαρμογή τοῦ Διατάγματος.