logo


Τό μέγα καί παράδοξο ὑπερφυές μυστήριο τῆς ἐνσαρκώσεως τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ καί Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ

 

τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ Δανιήλ

 

 

            Σημειώνουμε περιεκτικά καί μέ συντομία τά κυριώτερα κεφάλαια ἀπό τήν διδασκαλία-θεολογία τῆς Ἐκκλησίας μας γιά τήν ἐνσάρκωση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ (ἡ Θεότης Του), πού ἔγινε καί Υἰός τοῦ ἀνθρώπου (ἡ ἀνθρωπότης Του). 1

11111.

            1. Ἡ ἐνσάρκωση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ἦταν τό ἀπ᾽ αἰῶνος κεκρυμμένο μυστήριο στήν βουλή τοῦ Θεοῦ, πού ὅπως διδάσκει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής τά πάντα δημιουργήθηκαν γι᾽ αὐτό, ὥστε νά πραγματοποιηθεῖ στόν ὡρισμένο καί κατάλληλο καιρό.

22

            2..Ὁ σαρκωθείς Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ προφητευμένος Μεσσίας, πού εἶχε ὑποσχεθεῖ ὁ Θεός ὅτι θά ἐρχόταν στόν κόσμο γιά νά λυτρώσει τό ἀνθρώπινο γένος ἀπό τίς ὀλέθριες συνέπειες τῶν ἁμαρτιῶν τῶν ἀνθρώπων.

 

            3. Ἡ ἐνσάρκωση πραγματοποιήθηκε ἀπό ἀγάπη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ πρός τόν κόσμο καί ὄχι ἐξ ἀνάγκης. Κατά τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ὁ Πατήρ εὐδόκησε, ὁ Υἱός ἐνηνθρώπησε καί τό Ἅγιο Πνεῦμα συνήργησε. 4

 

4.  4. Μέ τήν ἐνσάρκωση ἀποκαλύφθηκε ὁ Ἀληθινός Θεός καί ὁδηγηθήκαμε στήν θεογνωσία «Θεὸς ἐφανερώθη ἐν σαρκί» (Πρὸς Τιμόθεον Α΄ γ΄ 16).

 

5          Ὁ σκοπός τῆς ἐνσαρκώσεως συνοψίζεται ἀπό τόν ἀπόστολο Παῦλο σ᾽ αὐτούς τούς λόγους:

            α΄. Γιά νά ζήσουν οἱ ἄνθρωποι μέ σοφία, δικαιοσύνη καί εὐσέβεια:

«Ἐπεφάνη γὰρ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σωτήριος πᾶσιν ἀνθρώποις, παιδεύουσα ἡμᾶς ἵνα ἀρνησάμενοι τὴν ἀσέβειαν καὶ τὰς κοσμικὰς ἐπιθυμίας σωφρόνως καὶ δικαίως καὶ εὐσεβῶς ζήσωμεν ἐν τῷ νῦν αἰῶνι» (Πρὸς Τίτον β΄ 11)

 

            β΄. Γιὰ νὰ μᾶς ἐλευθερώσει ἀπὸ τήν τυραννία τοῦ θανάτου:

            «Ἐπεὶ οὖν τὰ παιδία κεκοινώνηκε σαρκὸς καὶ αἵματος, καὶ αὐτὸς παραπλησίως μετέσχε τῶν αὐτῶν, ἵνα διὰ τοῦ θανάτου καταργήσῃ τὸν τὸ κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου, τοῦτ’ ἔστι τὸν διάβολον, καὶ ἀπαλλάξῃ τούτους, ὅσοι φόβῳ θανάτου διὰ παντὸς τοῦ ζῆν ἔνοχοι ἦσαν δουλείας» (Πρὸς Ἐβραίους 14-15)

 

            γ΄. Γιὰ νὰ φέρει τὴν εἰρήνη ἀνάμεσα στὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους μεταξύ τους καὶ στὴν ψυχὴ τοῦ ἰδίου τοῦ ἀνθρώπου:

            «Αὐτὸς γάρ ἐστιν ἡ εἰρήνη ἡμῶν, ὁ ποιήσας τὰ ἀμφότερα ἓν καὶ τὸ μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ λύσας» (Πρὸς Ἐφεσίους β΄ 14)

 

            δ΄. Γιὰ νὰ δώσει τὴν πλούσια Χάρι τοῦ Θεοῦ σὲ ὅσους στεροῦνται τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἑνωθοῦν μὲ τὴν Θεότητά Του.

            «Γινώσκετε γὰρ τὴν χάριν τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, ὅτι δι᾿ ὑμᾶς ἐπτώχευσε πλούσιος ὤν, ἵνα ὑμεῖς τῇ ἐκείνου πτωχείᾳ πλουτήσητε» (Πρὸς Κορινθίους Β΄ η΄ 9)

 

            ε΄. Γιὰ νὰ ἀποκτήσουμε τὴν υἱοθεσία ἀπὸ τὸν ἐπουράνιο Θεὸ καὶ Πατέρα:

            «Ὅτε δὲ ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ, γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπὸ νόμον, ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον ἐξαγοράσῃ, ἵνα τὴν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν» (Πρὸς Γαλάτας δ΄ 4-5).

 

            6. Μέ τήν ἐνσάρκωση ἀναιρέθηκε ἡ τυραννίδα τῶν παθῶν καταπατήθηκε ἡ δύναμη τοῦ ἐχθροῦ, διαλύθηκε τό ψεῦδος καί ἀναφάνηκε ἡ ἀλήθεια, τό φῶς ἦλθε στόν κόσμο γιά νά σκορπίσει τά ποικίλα σκοτάδια.

 

7          7. Μέ τήν ἐνσάρκωση γίναμε «συμπολῖτες τῶν ἁγίων καί οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ» (Πρός Ἐφεσίους β΄ 19) καί «θείας κοινωνοί φύσεως» (Πέτρου Β΄ α΄ 4.)

           

            8. Μέ τήν ἐνσάρκωση εἴδαμε τόν ἄνθρωπο ὡς τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ (Πρός Κορινθίους Β΄ δ΄ 4, πρός Κολοσσσαεῖς α΄ 16), ὅπως πλάστηκε «κατ᾽ εἰκόνα καὶ καθ᾽ ὁμοίωσιν» (Γενέσεως α΄ 26), ὥστε ἐμεῖς νά γίνουμε ὅμοιοι μέ Αὐτόν (Ἰωάννου Α΄ γ΄ 2).

           

            9. Ὁ σαρκωθείς Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ προσέλαβε ὁλόκληρο τό ἀνθρώπινο γένος, γιά νά τό ἀναπλάσει καί νά τό ἐπαναφέρει στό ἀρχέγονο κάλλος.

10

            10..Στόν  σαρκωμένο Υἱό τοῦ Θεοῦ ἑνώθηκε ἡ θεία μέ τήν ἀνθρώπινη φύση ἀσυγχύτως, ἀχωρίστως, ἀτρέπτως καί ἀδιαιρέτως, κατά τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας.

 

11       11. Καρπός τῆς ἐνσαρκώσεως εἶναι ἡ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας διά τῆς θυσίας τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἡ κοινωνία μας μὲ τὸν τριαδικὸ θεό μας διά τῆς δωρεᾶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

12

            12. Τό μυστήριο τῆς ἐνσαρκώσεως διακόνησε ἡ Παρθένος Μαρία, πού συνέλαβε, κυοφόρησε καί ἔτεκε τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ πού ἔγινε Υἱός τοῦ

ἀνθρώπου «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί τῆς Μαρίας τῆς Παρθένου».

 

 

Π Ρ

            «Ἡμεῖς ἑορτάζοντες Χριστοῦ τήν Γέννησιν εὐσεβοφρόνως ἐκ ψυχῆς πίστιν, ἐλπίδα, ἀγάπην προσφέρωμεν αὐτῷ».