Ὁ Βαπτιστής Ἰωάννης
Γενέσιο ἤ Γενέθλιο ἤ Γέννηση τοῦ Προδρόμου
τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ
(24 Ἰουνίου)
Τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς,
Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ Δανιήλ
Μετά τήν Ὑπεραγία Θεοτόκου τήν ἐπιφανέστερη θέση μεταξύ τῶν Ἁγίων τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας κατέχει ὁ Πρόδρομος καί Βαπτιστής τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ ἅγιος Ἰωάννης, τοῦ ὁποίου τό Γενέθλιο ἑορτάζουμε τήν 24η Ἰουνίου καί τοῦ ὁποίου ἡ εἰκόνα εἶναι ἐνθρονισμένη σέ ὅλους τούς Ναούς τῆς Ἐκκλησίας μας. Πολύ δίκαια, διότι ὁ Πρόδρομος εἶναι ἡ μοναδική ἀνθρώπινη προσωπικότητα γιά τήν ὁποία στά Εὐαγγέλια παρέχονται τόσες πληροφορίες καί εἶναι ὁ μόνος ἄνθρωπος πού ἔτυχε τόσων ἐγκωμίων ἀπό τόν Ἴδιο τόν Σωτήρα, πού εὐδόκησε νά δεχθεῖ ἀπό τά χέρια του τό βάπτισμα στόν Ἰορδάνη ποταμό. Ἀλλά καί ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη εἶχε προφητευθεῖ τό ἔργο τοῦ Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ. Οἱ Εὐαγγελιστές παραθέτουν τά προφητικά λόγια πού ἀναφέρονται σ’ αὐτόν.
1. Ἄς ἀρχίσουμε μέ τίς Προφητεῖες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης γιά νά προχωρήσουμε στά ἀναφερόμενα στήν πρσωπικότητα καί τό ἔργο τοῦ Βαπτιστοῦ τοῦ Κυρίου πού ἀναφέρονται στήν Καινή Διαθήκη. Στήν συνέχεια θά μελετήσουμε τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ἡ ἱερή φυσιογνωμία του ἐπέζησε στήν ζωή τῆς Ἐκκλησία μας.
Ὁ Προφήτης Ἡσαΐας εἶπε: «Φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ· ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου. εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. πᾶσα φάραγξ πληρωθήσεται καὶ πᾶν ὄρος καὶ βουνὸς ταπεινωθήσεται, καὶ ἔσται πάντα τὰ σκολιὰ εἰς εὐθεῖαν καὶ ἡ τραχεῖα εἰς ὁδοὺς λείας· καὶ ὀφθήσεται ἡ δόξα Κυρίου, καὶ ὄψεται πᾶσα σάρξ τὸ σωτήριον τοῦ Θεοῦ, ὅτι Κύριος ἐλάλησε» (Ἡσαΐου μ΄, 3-5).
Ὁ Προφήτης Μαλαχίας πρόσθεσε : «Ἰδοὺ ἐγὼ ἐξαποστέλλω τὸν ἄγγελόν μου, καὶ ἐπιβλέψεται ὁδὸν πρὸ προσώπου μου» (Μαλαχίου γ΄, 1).
Αὐτῶν τῶν δύο Προφητῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης τά λόγια χρησιμοποίησαν οἱ τρεῖς πρῶτοι Εὐαγγελιστές πού ἀναφέρονται στό πρόσωπο καί τό ἔργο τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ (Μάρκου α΄, 3 Ματθαίου γ΄, 3 Λουκᾶ γ΄, 4 ). Στό τέταρτο εὐαγγέλιο ἀναφέρεται ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Πρόδρομος δήλωσε, ὅτι ἦταν ἐκεῖνος τοῦ ὁποίου τό ἔργο προεῖπαν οἱ Προφῆτες καί ὅτι αὐτό ἀκριβῶς τό ἔργο ἐκτελοῦσε (Ἰωάννου α΄, 23).
2. Ἐπί πλέον ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εἶχε πεῖ γιά τόν Ἰωάννη ὅτι «οὕτός ἐστι περὶ οὗ γέγραπται, ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω τὸν ἄγγελό μου πρὸ προσώπου σου, ὅς κατασκευάσει τὴν ὁδόν σου ἔμπροσθέν σου» (Ματθαίου ια΄, 10 καί Λουκᾶ ζ΄, 27). Ὁ Κύριος ἀπαντώντας στήν ἀπορία τῶν Μαθητῶν Του, τήν ὁποία διετύπωσαν ἀμέσως μετά τήν Μεταμόρφωσή Του δήλωσε, ὅτι ὁ Ἠλίας γιά τόν ὁποῖο εἶχε προλεχθεῖ (Μαλαχίας δ΄, 5-6 ) ὅτι θά ἐρχόταν πρῶτος «ἤδη ἦλθε καὶ οὐκ ἐπέγνωσαν αὐτόν, ἀλλ’ ἐποίησαν ἐν αὐτῷ ὅσα ἠθέλησαν» καί οἱ Μαθητές ἀντιλήφθηκαν ἀμέσως «ὅτι περὶ Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ εἶπεν αὐτοῖς» (Ματθαίου ιζ΄, 11-13 καί Μάρκου θ΄, 11-13). Αὐτό τό ἴδιο ἐννοοῦσε καί ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριήλ, ὅταν προέλεγε στόν πατέρα τοῦ Προδρόμου Ζαχαρία «ὅτι αὐτὸς προελεύσεται ἐνώπιον αὐτοῦ (δηλαδή τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ) ἐν πνεύματι καί δυνάμει Ἠλιού » (Λουκᾶ α΄, 17 ).
3. Τά κατά τήν γέννηση τοῦ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου τοῦ τέκνου τῶν προσευχῶν τοῦ γέροντος ἱερέα Ζαχαρία καί τῆς συζύγου του Ἐλισάβετ πού «ἦσαν δίκαιοι ἀμφότεροι ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, πορευόμενοι ἐν πάσαις ταῖς ἐντολαῖς καὶ δικαιώμασι τοῦ Κυρίου ἄμεμπτοι», ἐκτίθενται ἀπό τόν εὐαγγελιστή Λουκᾶ μέ κάθε λεπτομέρεια καί εἶναι γνωστά σέ ὅσους κατέχουν καί λίγα στοιχεῖα ἀπό τήν ἱερή ἱστορία (Λουκᾶ α΄, 5-25 καί 57-79). Ἐκεῖ ἀναφέρονται καί τά λόγια, μέ τά ὁποῖα καί ὁ εὐαγγελισθείς τήν σύλληψη τοῦ Ἰωάννου Ἄγγελος Γαβριήλ καί ὁ Ζαχαρίας προφήτευσαν γιά τόν χαρακτήρα καί τό ἔργο τοῦ νεογέννητου προφήτη.
Νά τί εἶπε πρός τόν Ζαχαρία ὁ Ἄγγελος:
«…καὶ ἡ γυνή σου ᾿Ελισάβετ γεννήσει υἱόν σοι, καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ ᾿Ιωάννην· καὶ ἔσται χαρά σοι καὶ ἀγαλλίασις, καὶ πολλοὶ ἐπὶ τῇ γεννήσει αὐτοῦ χαρήσονται. ἔσται γὰρ μέγας ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, καὶ οἶνον καὶ σίκερα οὐ μὴ πίῃ καὶ Πνεύματος ῾Αγίου πλησθήσεται ἔτι ἐκ κοιλίας μητρὸς αὐτοῦ, καὶ πολλοὺς τῶν υἱῶν ᾿Ισραὴλ ἐπιστρέψει ἐπὶ Κύριον τὸν Θεὸν αὐτῶν· καὶ αὐτὸς προελεύσεται ἐνώπιον αὐτοῦ ἐν πνεύματι καὶ δυνάμει ᾿Ηλιού, ἐπιστρέψαι καρδίας πατέρων ἐπὶ τέκνα καὶ ἀπειθεῖς ἐν φρονήσει δικαίων, ἑτοιμάσαι Κυρίῳ λαὸν κατεσκευασμένον» (Λουκᾶ α΄, 13-17)
4. Ὁ Ζαχαρίας πού εἶχε παραμείνει βουβός μέχρι τήν στιγμή τῆς γεννήσεως τοῦ Προδρόμου καί ἀμέσως ὅταν λύθηκε ἡ γλώσσα του ἄρχισε νά δοξάζει τόν Θεό διότι «ἐπεσκέψατο καὶ ἐποίησε λύτρωσιν τῷ λαῷ αὐτοῦ» καί ὡς ἑξῆς προφήτευσε περί τοῦ νεογεννήτου
«Καὶ σύ, παιδίον, προφήτης ὑψίστου κληθήσῃ· προπορεύσῃ γὰρ πρὸ προσώπου Κυρίου ἑτοιμάσαι ὁδοὺς αὐτοῦ, τοῦ δοῦναι γνῶσιν σωτηρίας τῷ λαῷ αὐτοῦ, ἐν ἀφέσει ἁμαρτιῶν αὐτῶν διὰ σπλάγχνα ἐλέους Θεοῦ ἡμῶν, ἐν οἷς ἐπεσκέψατο ἡμᾶς ἀνατολὴ ἐξ ὕψους
ἐπιφᾶναι τοῖς ἐν σκότει καὶ σκιᾷ θανάτου καθημένοις,τοῦ κατευθῦναι τοὺς πόδας ἡμῶν εἰς ὁδὸν εἰρήνης» (Λουκᾶ α΄, 76-79)
5. Γιά τήν ἀνατροφή τοῦ Προδρόμου μᾶς πληροφορεῖ ὁ ἴδιος Εὐαγγελιστής Λουκᾶς ὅτι στό «Τὸ δὲ παιδίον ηὔξανε καὶ ἐκραταιοῦτο πνεύματι, καὶ ἦν ἐν ταῖς ἐρήμοις ἕως ἡμέρας ἀναδείξεως αὐτοῦ πρὸς τὸν ᾿Ισραήλ»
Σέ ποιά ἡλικία ὁ Βαπτιστής Ἰωάννης τράπηκε στήν ἔρημο δέν εἶναι γνωστό. Εἶναι ὅμως εὐνόητος ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο προτίμησε τήν ἔρημο σάν τόπο διαμονῆς του, ὅπου ἔλαβε τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ γιά τό προφητικό του ἔργο (Λουκᾶ γ΄, 2). Ἡ ἀνάγκη τῆς μεγαλύτερης πνευματικῆς περισυλλογῆς καί ἄσκησης τήν ὁποία εἶχε βαθύτατα αἰσθανθεῖ ὁ ἐκλεκτός τοῦ Θεοῦ νέος καί ἡ ἀποστροφή του στήν ἀκηδία πού ἀσφαλῶς προκάλεσε στήν ψυχή του ἡ πρώτη γνωριμία του μέ τόν ἁμαρτωλό κόσμο τῆς ἐποχῆς πού ζοῦσε, τόν ὁδήγησαν στήν ἔρημο καί τόν ὑποχρέωσαν νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό αὐτόν καί νά μείνει μόνος μέ μόνο τό Θεό συνομιλητή του σέ στιγμές πνευματικῶν ἀνατάσεών του καί προετοιμασίας του. Μέ αὐτό τόν τρόπο ἔγινε ἱκανός νά ἀντιδράσει μέ τήν δύναμη πού ἄντλησε ἀπό τόν Θεό. Ἀνάλογη μέ τόν τόπο τῆς διαμονῆς του ἦταν φυσικά καί ὁ τρόπος τῆς ἐνδυμασίας του καί τῆς διατροφῆς του καθώς ἀναφέρει ὁ εὐαγγελιστής Μᾶρκος : «ἦν δὲ ὁ ᾿Ιωάννης ἐνδεδυμένος τρίχας καμήλου καὶ ζώνην δερματίνην περὶ τὴν ὀσφὺν αὐτοῦ, καὶ ἐσθίων ἀκρίδας καὶ μέλι ἄγριον» (Μάρκου α΄, 6)
Σέ ἡλικία 30 ἐτῶν περίπου -ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς κατά τήν συνήθειά του προσδιορίζει ὅσο τοῦ ἦταν δυνατόν ἀκριβέστερα τήν ἐποχή κατά τήν ὁποία « ἐγένετο ρῆμα Θεοῦ» πρός τόν Ἰωάννην « ἐν τῇ ἐρήμῳ» « καὶ ἦλθεν εἰς πᾶσαν τὴν περίχωρον τοῦ ᾿Ιορδάνου κηρύσσων βάπτισμα μετανοίας εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» (Λουκᾶ γ, 1-4).
Καί οἱ ἱεροί εὐαγγελιστές ἄλλος συνοπτικότερα, ἄλλος ἀναλυτικώτερα μᾶς δίνουν περίληψη τοῦ προδρομικοῦ ἐκείνου κηρύγματος (Ματθαίου γ΄, 7-12. Μάρκου α΄, 7-8. Λουκᾶ γ΄, 7-18. Ἰωάννου α΄, 19-37) τοῦ ὁποίου τό σύνθημα ἦταν τό «Μετανοεῖτε ἥγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθαίου γ΄, 2. Μάρκου α΄, 4. Λουκᾶ γ΄, 3). Ἐκεῖ πήγαιναν πλήθη ἀνθρώπων ἀπό τά Ἱεροσόλυμα καί ἀπό ὅλα τά γύρω ἀπό τόν Ἰορδάνη μέρη «καὶ ἐβαπτίζοντο ἐν τῷ ᾿Ιορδάνῃ ὑπ᾿ αὐτοῦ ἐξομολογούμενοι τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν» (Ματθαίου γ΄, 5-6).
6. Ἐκεῖ μετέβηκε τότε καί ὁ κατά ἕξι μῆνες νέωτερος τοῦ Ἰωάννου Ἰησοῦς «ἀρχόμενος ὡσεί ἐτῶν τριάκοντα» (Λουκᾶ γ΄, 23) καί τόν ἔπεισε παρά τήν ἀρχική του ἄρνηση καί τούς προβαλλόμενους δισταγμούς του, νά Τόν βαπτίσει. Καί «καὶ εὐθέως ἀναβαίνων ἀπὸ τοῦ ὕδατος εἶδε σχιζομένους τοὺς οὐρανοὺς καὶ τὸ Πνεῦμα ὡς περιστερὰν καταβαῖνον ἐπ᾿ αὐτόν· καὶ φωνὴ ἐγένετο ἐκ τῶν οὐρανῶν· σὺ εἶ ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν σοὶ ηὐδόκησα» (Μάρκου α΄, 9-11. Πρβλ. Ματθαίου γ΄, 13-17, Λουκᾶ γ΄, 21-22). Αὐτή ἡ παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐπικύρωσε τήν πεποίθηση τοῦ Ἰωάννου γιά τήν ἰδιότητα τοῦ βαπτισθέντος ἀπό αὐτόν Ἰησοῦ Χριστό ὡς τοῦ «βαπτίζοντος ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ », ὅπως λίγο ἀργότερα διακήρυξε «ὁ πέμψας με βαπτίζειν ἐν ὕδατι, ἐκεῖνός μοι εἶπεν· ἐφ' ὃν ἂν ἴδῃς τὸ Πνεῦμα καταβαῖνον καὶ μένον ἐπ' αὐτόν, οὗτός ἐστιν ὁ βαπτίζων ἐν Πνεύματι ῾Αγίῳ. κἀγὼ ἑώρακα καὶ μεμαρτύρηκα ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ» (Ἰωάννου α΄, 33-34).
Ἀλλά τώρα πλέον τό ἔργο τοῦ Ἰωάννη Προδρόμου πλησιάζει πρός τό τέρμα του καί ἀρχίζει νά ἑτοιμάζεται νά ἀποχωρήσει ἀπό τό προσκήνιο τῆς ἱστορίας γιά νά νά παραδώσει ὁλοκληρωτικά τήν θέση του σ’ Ἐκεῖνον, χάρη τοῦ Ὁποίου εἶχε ἔλθει αὐτός.
Ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης ἰδιαίτερα ἐπιμένει στήν προσπάθεια τοῦ Βαπτιστοῦ νά ὁδηγήσει πρός τήν γνωριμία τοῦ Σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐκείνους πού τόν πλησίαζαν καί ἰδιαίτερα τούς μαθητές του. Γιά τό λόγο αὐτό κατ’ ἐπανάληψει Τόν ὑποδεικνύει μέ τήν περίφημη σύσταση : «Ἴδε ὁ Ἀμνός τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου» (Ἰωάννου α΄, 29-36). Ἀπό τόν κύκλο αὐτῶν τῶν μαθητῶν τοῦ Ἰωάννη ὁ Ἰησοῦς Χριστός γνωρίζει τρεῖς ἀπό τούς πρώτους Ἀποστόλους Του (Ἰωάννου α΄, 37-42), τούς ὁποίους ὅμως κάλεσε κοντά Του μόνο μετά τήν φυλάκιση τοῦ Ἰωάννου (Ματθαίου α΄, 12. 18-22. Μάρκου α΄, 14-20. Λουκᾶ ε΄, 1-11).
Χαρακτηριστική τῶν ἁγίων διαθέσεων τοῦ Βαπτιστοῦ Ἰωάννη εἶναι ἡ δήλωσή του πρός ἐκείνους πού τοῦ παραπονέθηκαν γιά τήν αὔξηση τοῦ κύκλου τῶν μαθητῶν τοῦ Ἰησοῦ : «Αὐτόν δεῖ αὐξάνειν ἐμὲ δὲ ἐλλατοῦσθαι» εἶπε τότε ὁ Πρόδρομος γιά τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό καί Τόν παρομοίασε μέ τόν «φίλο τοῦ νυμφίου » πού χαίρεται ὅταν ἀκούει τοῦ «νυμφίου» τήν φωνή (Ἰωάννου γ΄, 23-36).
Ἐπειδή ἔλεγξε τόν Βασιλιά Ἡρώδη Ἀντίππα γιά τήν παράνομη σχέση του μέ τήν γυναίκα τοῦ ἀδελφοῦ του Ἡρωδιάδα συλλήφθηκε ἀπό αὐτόν καί φυλακίσθηκε (Ματθαίου ιδ΄, 4-5. Μάρκου στ΄, 17-18. Λουκᾶ γ΄, 19-20). Ἀλλά καί ἀπό τήν φυλακή ὁ Ἰωάννης στέλνει ἄλλη ὁμάδα μαθητῶν του πρός τόν Ἰησοῦ Χριστό γιά νά γνωρίσει ἀπό κοντά καί νά πληροφορηθεῖ ἀπό τόν Ἴδιο ὅτι Ἐκεῖνος ἦταν ὁ ἀναμενόμενος Λυτρωτής (Ματθαίου ια΄, 2-4 καί Λουκᾶ ια΄, 18-20).
Ὁ Κύριος τότε «ἐν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ » θεράπευσε πολλούς πάσχοντες ἀπό διάφορες ἀσθένειες καί βασανισμένους ἀπό πνεύματα πονηρά καί σέ πολλούς τυφλούς χάρισε τό φῶς τους (Λουκᾶ ζ΄, 21). Καί ἀπάντησε ἔπειτα στούς ἀπεσταλμένους τοῦ Ἰωάννου «καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· πορευθέντες ἀπαγγείλατε ᾿Ιωάννῃ ἃ ἀκούετε καὶ βλέπετε· τυφλοὶ ἀναβλέπουσι καὶ χωλοὶ περιπατοῦσι, λεπροὶ καθαρίζονται καὶ κωφοὶ ἀκούουσι, νεκροὶ ἐγείρονται καὶ πτωχοὶ εὐαγγελίζονται· καὶ μακάριός ἐστιν ὃς ἐὰν μὴ σκανδαλισθῇ ἐν ἐμοί» (Ματθαίου ια΄, 4-6. Λουκᾶ ζ΄, 22-23). Καί μόλις οἱ μαθητές τοῦ Ἰωάννου ἀναχώρησαν γιά νά μήν νομίσουν οἱ παρευρισκομένοι ὅτι δῆθεν εἶχε κλονισθεῖ ἡ πίστη τοῦ φυλακισμένου Ἰωάννου τοῦ ἔπλεξε ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός τό ἐγκώμιο καί τόν ὀνόμασε «μείζονα προφήτου» καί βεβαίωσε ὅτι «οὐκ ἐγήγερται ἐν γεννητοῖς γυναικῶν μείζων Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ» (Ματθαίου ια΄, 7-19. Λουκᾶ ζ΄, 24-28).
7. Πόσο καιρό ἔμεινε ὁ Ἰωάννης στή φυλακή δέν εἶναι γνωστό. Μαρτυρεῖται ὅμως ἀπό τούς ἱερούς εὐαγγελιστές ἡ ἀκτινοβολία τῆς ἁγιότητάς του καί ἡ πνευματική του δύναμη ὥστε καί στήν φυλακή ἀκόμη ὁ Ἡρώδης τόν ἀναγνώριζε ὡς «ἄνδρα δίκαιον καὶ ἅγιον», τόν ἄκουγε εὐχάριστα καί «ἀκούσας αὐτοῦ πολλὰ ἐποίει» (Μάρκου στ΄, 20). Αὐτή ἀκριβῶς τήν ἐπιρροή τοῦ Ἰωάννου στόν Ἡρώδη φοβήθηκε ἡ Ἡρωδιάδα ἡ ὁποία γιά τούς ἐλέγχους του «ἐνεῖχεν αὐτῷ καὶ ἤθελεν αὐτὸν ἀποκτεῖναι». Ἐπωφελήθηκε τήν μέθη καί τήν ἀπερισκεψία τοῦ συζύγου της καί ὁδήγησε τήν θυγατέρα της νά τοῦ ζητήσει νά «ἐπί πίνακι τὴν κεφαλὴν Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ» ὡς μοναδική ἀμοιβή γιά τόν χορό της. Ἐκεῖνος «περίλυπος γονόμενος διὰ τοὺς ὅρκους καὶ τοὺς συνανακειμένους οὐκ ἠθέλησεν ἀθετῆσαι αὐτὴν» καί διέταξε τήν ἀποκεφάλιση τοῦ Ἰωάννου καί τήν προσαγωγή τῆς τιμίας κεφαλῆς του «ἐπί πίνακι» (Ματθαίου ιδ΄, 6-12. Μάρκου στ΄, 19-29).
8. Τό μαρτυρικό θάνατο τοῦ Προδρόμου ἡ Ἐκκλησία μας γιορτάζει πένθιμα τήν 29η Αὐγούστου κάθε ἔτος, κατά τήν ὁποία τηρεῖται νηστεία. Τήν εὕρεση τῆς τιμίας κεφαλῆς αὐτοῦ γιορτάζει τήν 24η Φεβρουαρίου, μέ χαρά γιά τήν ἀπόκτηση ἑνός τέτοιου θησαυροῦ, καί αὐτό ἡ Ἐκκλησία τάο ἐκδηλώνει μέ τήν ἐλαφρά διακοπή τῆς νηστείας τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Ἐπίσης τήν 23η Σεπτεμβρίου, γιορτάζει τόν εὐαγγελισμό τοῦ πατέρα τοῦ Ἰωάννου Ζαχαρία (Λουκᾶ α΄, 5-25). Τήν 7ην Ἰανουαρίου τελεῖται ἡ Σύναξη τοῦ Τιμίου Προδρόμου διότι ἔπαιξε πρωτεύοντα λόγο στήν Βάπτιση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ στόν Ἰορδάνη ποταμό. Ἐκτός ἀπό τίς ἐτήσιες μνῆμες τοῦ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἀφιερώσει στήν ἱερή μνήμη του καί τήν Τρίτη κάθε ἑβδομάδας σέ ὁλόκληρο τό ἔτος.