ΤΟ ΟΡΟΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ
(ἑορτή τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος)
Τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ Δανιήλ
Βουνό κατάφυτο καί σκιερό ὁραματίσθηκαν οἱ Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Στήν κορυφή του εἶδαν τόν Βασιλέα τῶν Βασιλέων πάνω στόν λαμπρό θρόνο Του, ἀνάμεσα στούς κέδρους καί τά κυπαρίσσια.
Καί στήν Καινή Διαθήκη περιγράφεται ἕνα ἄλλο βουνό, πού δέχθηκε στήν κορυφή του τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, διδάσκοντα καί
προσευχόμενο. Ἰδιαίτερα ὅμως τά ἱερά κείμενα τῆς Καινῆς Διαθήκης μιλοῦν γιά τό παράδοξο ὄρος τῆς Μεταμορφώσεως.
Τό ἀναφέρουν οἱ Εὐαγγελιστές Ματθαῖος, Μᾶρκος καί Λουκᾶς καί ὁ Ἀπόστολος Πέτρος (στήν δεύτερη ἐπιστολή του), πού
ἀξιώθηκε νά τήν δεῖ μέ τά ἴδια του τά μάτια.
Ἄς πάρουμε κι’ ἐμεῖς σήμερα νοερά τόν δρόμο γιά τό ἐξαίσιο ἐκεῖνο ὄρος τοῦ Κυρίου κι’ ἄς παρακολουθήσουμε ἐκστατικοί τό ἀσύλληπτο ἀπό τόν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἐξαίσιο καί λαμπρό θέαμα.
Ὁ Ἰησοῦς μέ τρεῖς μαθητές Του, τόν Πέτρο, τόν Ἰάκωβο καί τόν Ἰωάννη προσεύχονται εἰς «ὄρος ὑψηλόν» καί Μυστηριακή γαλήνη βασιλεύει ὁλόγυρα.
Ξαφνικά τό πρόσωπο τοῦ θείου Διδασκάλου ἀκτινοβολεῖ σάν τόν ἥλιο καί τά ροῦχα του γίνονται λευκά σάν τό χιόνι. Κοντά Του
δυό ἄνδρες μέ ἀσκητική περιβολή καί σοβαρό παρουσιαστικό συνομιλοῦν μαζί Του. Τά λόγια τους, βαρειά, ἐπιβλητικά, ἀναφέρουν συχνά τίς λέξεις: Πάθος, Σταυρός, Ἀνάσταση.-Εἶναι ὁ Μωυσῆς καί ὁ Ἠλίας.
Στήν Μεταμόρφωση εἶναι παρόντες οἱ Ἱερεῖς πρόκριτοι τῶν μαθητῶν Πέτρος, Ἰάκωβος καί Ἰωάννης καί οἱ κορυφαῖοι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ὁ Νομοθέτης τοῦ Ἰσραήλ Μωϋσῆς καί ὁ τῶν Προφητῶν ὁ Ζηλωτής Ἠλίας (Νόμος καί Προφῆτες).
Οἱ μαθητές θαμπώνονται καί τρομάζουν. Εἶναι ἐκπληκτικό τό θέαμα. Ἡ λαμπρότητα τῆς μορφῆς τοῦ Κυρίου τούς συγκλονίζει. Λησμονοῦν τά γήϊνα καί μιά ἐπιθυμία ἱερή τούς φλογίζει. Ν’ ἄφησουν τά σπίτια τους, τόν κόσμο, τά πάντα καί νά μείνουν ἐκεῖ γιά ὅλη τους τή ζωή σ’ αὐτό τόν ὁλόφωτο Παράδεισο, πού κάνει νά πλημμυρίζουν οἱ ψυχές τους ἀπό τή μέθη μιᾶς θείας χαρᾶς.
«Κύριε», φωνάζει κάποια στιγμή ὁ Πέτρος, «ἄς μείνωμε ἐδῶ γιά πάντα. Ἄς κάνωμε τρεῖς σκηνές γιά σέ καί γιά τούς δυό Προφῆτες».
Μά καθώς μιλᾶ, ἕνα ὁλόφωτο σύννεφο τούς σκεπάζει καί θεόσταλτη οὐράνιο φωνή ἀκούεται ὁλοκάθαρα:
«Αὐτός εἶναι ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ ηὐδόκησα. Αὐτοῦ ἀκούετε».
Κυκλωμένοι ἀπό τήν ἐκτυφλωτική λάμψη σκεπάζουν τό πρόσωπο μέ τά χέρια τους καί πέφτουν κάτω. Χάνονται μέσα στούς παράξενους κόσμους τῆς Χάριτος, ὥσπου ἡ φωνή, τοῦ Κυρίου τούς καλεῖ νά συνέλθουν:
-«Μή φοβεῖσθε», τούς λέγει.
Σέ λίγο οἱ ἱεροί ὁδοιπόροι, λουσμένοι ἀκόμα ἀπό τό ὑπέρθειο φῶς, κατηφορίζουν ἀργά πρός τόν κάμπο Ἰεσδράελ, μεταφέροντας τό ἐκπληκτικό τοῦτο γεγονός.
Ποιός δέν νοστάλγησε ν’ ἀνέβει σ’ ἕνα ψηλό βουνό κάποιο γλυκοχάραμα καί νά φθάσει στήν κορυφή του γιά ν’ ἀνασάνει τόν μυρωμένο κι ὁλόδροσο ἀέρα; Τοῦ φαίνεται τότε πώς βρίσκεται κοντά στό Θεό, γιατί, ὅπως πολύ σωστά λέγει κάποιος σοφός: «Στή φύση βρίσκουμε τόν Θεό».
Μέ τό ἀνέβασμα στήν βουνοκορυφή μοιάζει καί ἡ ἀνώτερη πνευματική ζωή. Περνᾶ ἀπό τόν κάμπο τῆς ὕλης, δοκιμάζεται ἀπ’ ὅλα τά βάσανα καί τούς πειρασμούς τοῦ κόσμου, προχωρεῖ ἀπό πρόοδο σέ πρόοδο καί φθάνει σέ μία τέλεια κατάσταση στό ὄρος τοῦ καθαρμοῦ καί, τέλος, βρίσκεται στό ὄρος τοῦ Κυρίου. Εἶναι τό ὄρος τό Ἅγιο, ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, πού καλοῦνται ὅλοι οἱ πιστοί νά βρεθοῦν.
Πόσο διδακτικά εἶναι τά λόγια τοῦ ψαλμοῦ: «Τὶς ἀναβήσεται εἰς τὸ ὄρος τοῦ Κυρίου ἤ τὶς στήσεται ἐν τόπῳ ἁγίῳ Αὐτοῦ; Ἀθῷος χερσὶ καὶ καθαρὸς τῇ καρδίᾳ».