Κήρυγμα γιά Κυριακή 07.2.2016
Κυριακή (Ταλάντων) ΙΣΤ΄ Ματθ. (Ματθ. κε΄ 14-30)
Ὅπως ἕνας ἄνθρωπος πού ἀποδημεῖ ἔτσι καί ὁ Κύριος κάλεσε τούς δούλους του καί τούς ἀνέθεσε αὐτό καί ἐκεῖνο. Λέγετε ὅτι ἀποδημεῖ ὁ Χριστός, πού ἔγινε γιά μᾶς ἄνθρωπος, εἴτε ἐπειδή ἀνέβηκε στούς οὐρανούς, εἴτε ἐπειδή μακροθυμεῖ καί δέν ζητᾶ ἀμέσως ἀπό τούς δούλους του τό ἔργο, ἀλλά περιμένει. Δούλοι του εἶναι ἐκείνοι πού τούς ἐμπιστεύθηκε τήν διακονία τοῦ λόγου, δηλαδή οἱ ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς, διάκονοι καί αὐτοί πού ἔλαβαν πνευματικά χαρίσματα, ἄλλοι μεγαλύτερα καί ἄλλοι μικρότερα, καθένας σύμφωνα μέ τήν ἱκανότητά του. Γιατί στό δοχεῖο πού ἐγώ θά δώσω στό Θεό σέ ἐκεῖνο θά μοῦ δώσει τήν δωρεά του, ἄν δώσω μικρό δοχεῖο θά εἶναι λίγη ἡ δωρεά, ἄν δώσω μεγάλο θά εἶναι πολλή.
Μ’ αὐτά τά λόγια περιγράφει ὁ Ἅγιος Θεοφύλακτος Βουλγαρίας τήν παραβολή τῶν Ταλάντων πού θά ἀκούσουμε τήν Κυριακή στίς Ἐκκλησίες μας.
Ἄς δοῦμε κι ἐμεῖς τήν παραβολή καί τά διδάγματα πού προκύπτουν ὡς ἐφόδια γιά τήν πνευματική μας ζωή.
Τό πρόσωπο τοῦ οἰκοδεσπότου ἀλλάζει. Μέχρι τή στιγμή ἐκείνη ἦταν ὁλοφώτεινο καί πλουσιοπάροχα ἔδινε συγχαρητήρια καί βραβεῖα καθώς ἄκουγε τόν εὐλογημένο ἀπολογισμό τῶν δύο δούλων του, πού φιλότιμα ἐργάσθηκαν καί διπλασίασαν ὅσα τούς εἶχε ἐμπιστευθεῖ. Ὅμως τώρα μέ τόν τρίτο ἡ μορφή του γίνεται αὐστηρή. Ἀμείλικτα εἶναι τά λόγια του : «Πάρτε ἀπ’ αὐτόν τό τάλαντο ....καί τόν ἄθλιο ρίξτε τον ἔξω στό σκοτάδι...». Ὅταν ὁ Κύριος ζωγράφιζε τόν «ἀχρεῖον δοῦλον» εἶχε ἀναμφίβολα ὑπ’ ὄψιν του τήν στάση τῶν γραμματέων καί φαρισαίων τῆς ἐποχῆς του ἔναντι τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ. Καμάρωναν ὅτι τόν διατηροῦσαν ἀναλλοίωτο καί ἀσφαλή. Ἐνῶ στήν οὐσία τόν κρατοῦσαν ἀνενέργητο. Φύλαγαν τό γράμμα καί ἔχαναν τό πνεῦμα. Φυλάκιζαν τήν δυναμική ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ μέσα στό κλειστό μυαλό τους καί τήν κλειστή καρδιά τους. Καί τήν παρέλυαν. Τήν στεροῦσαν ἀπό ζωή καί σφρῖγος. Θρησκευτική πίστη χωρίς τόλμη, χωρίς ἀνοικτό ὁρίζοντα, χωρίς δημιουργική περιπέτεια δέν ἀναπτύσσεται. Ἡ παραβολή ὅμως μέ τά πολλαπλά μηνύματά της διατηρεῖ καί μία γενικώτερη ἐπικαιρότητα. Τό βασικό σφάλμα τοῦ «ἀχρείου δούλου» ἦταν ὅτι : δέν ἔκανε ὅ, τι μποροῦσε «Πῆγε καί ἔσκαψε τήν γῆν καί ἔκρυψε τό χρῆμα τοῦ Κυρίου». Δέν τό χάλασε, δέν τό σπατάλησε. Ἁπλῶς τό ἀχρήστευσε. Τό ἔθαψε στό χῶμα. Προτίμησε μία στατική ἀσφάλεια. Φοβήθηκε νά τό διακινδυνεύσει. Καί ὅταν ἦρθε ἡ ὥρα νά τοῦ ζητήσουν λογαριασμό γιά τήν διαχείριση αὐτοῦ τοῦ ποσοῦ, τό ἔβγαλε καί τό ἔδωσε στόν Κύριό του: «Ἰδέ, ἔχεις τό σόν».
Θέλετε νά ἀκούσετε παρόμοια ἀπολογία σήμερα ; Ἀναρίθμητοι εἶναι αὐτοί πού μέ τήν ἴδια νοοτροπία ἀμνηστεύουν τόν ἑαυτό τους: «Δέν σπατάλησα τήν περιουσία μου σέ ἀσωτίες, δέν ἔκλεψα, δέν σκότωσα κανένα. Καί στήν Ἐκκλησία κάπου-κάπου πηγαίνω καί κερί ἀνάβω. Δέν θυμᾶμαι ἐν γνώσει μου νά ἔβλαψα ἄνθρωπο, δέν ἔβλαψα τήν κοινωνία».
«Ναί, ἀλλά δοῦλε ὀκνηρέ», θά ἐπανελάμβανε σέ πολλούς ὁ Κύριος. Ξεχνᾶς πόσους ἀνθρώπους μποροῦσες νά ἀνακουφίσεις ἄν χρησιμοποιοῦσες κατάλληλα τό τάλαντό σου; Ὅμως ἐσύ τό ἀφήνεις νά ἀχρηστευθεῖ στό χῶμα τῆς ἀμέλειας, στό βάλτο τῆς ἀδιαφορίας.
Καί νά ἦταν μόνο τό ἕνα τάλαντο πού ἀχρηστεύεται ! Πολλοί κρύβουν καί τά δύο, καί τά πέντε: Ἄνθρωποι προικισμένοι μ’ ἕνα σωρό προσόντα –σοβαρές ἱκανότητες, μόρφωση, κοινωνική θέση, κύρος – τά κρατοῦν ἀνεκμετάλλευτα καί παρηγοροῦνται ὅτι δέν τά χρησιμοποιοῦν γιά τό κακό. Ἀλλά ἀκριβῶς τό ἔγκλημά τους εἶναι ὅτι ἀφήνουν τούς ἄλλους νά γκρεμίζουν τό ἱερά καί τά ὅσια κι’ αὐτοί μένουν μέ τά χέρια σταυρωμένα. Ἄν ἐκεῖνος πού ἔκρυψε τό ἕνα τάλαντο κατακρίθηκε, πόσο περισσότερο θά κατακριθοῦν ὅσοι ἀφήνουν ἀνεκμετάλλευτα τά πολλά!
Ἀλλά δέν εἶναι μόνο ἡ ἀμέλεια. Ἐξοργιστική εἶναι ἡ δικαιολογία πού ἐπιστρατεύει ὁ ὀκνηρός δοῦλος γιά νά καλύψει τό λάθος του: «Κύριε, σέ ἤξερα ὅτι εἶσαι ἄνθρωπος σκληρός, θερίζεις ἐκεῖ ὅπου δέν ἔσπειρες καί μαζεύεις ἐκεῖ ὅπου δέν σκόρπισες. Κι ἐπειδή φοβήθηκα, πῆγα κι ἔκρυψα τά τάλαντό σου στήν γῆ». Δηλαδή, οὔτε λίγο οὔτε πολύ, δέν φταίω ἐγώ. Σέ τελευταία ἀνάλυση, ἐσύ εὐθύνεσαι μέ τήν αὐστηρότητά σου. Προτίμησα λοιπόν τήν συνετώτερη ὁδό τῆς σιγουριᾶς. Καμμία συναίσθηση καί μετάνοια. Ἀντίθετα μία προκλητική προσπάθεια μετατοπίσεως τῆς εὐθύνης στόν ἄλλο, μέ ἀφελῆ προσχήματα.
Ὥστω γι’ αὐτό λοιπόν ἀδιφόρησες; Διότι ἐγώ εἶμαι ἀπαιτητικός; «Τότε θά ἔπρεπε νά βάλεις τά χρηματά σου στούς τραπεζῖτες, ὥστε ἐπιστρέφοντας νά τά ἔπαιρνα πίσω μέ τόκο». Τελικά, τά ἐπιχειρήματα πού προβάλλει ὁ πονηρός καί ὀκνηρός τόν δικάζουν καί τόν καταδικάζουν.
Αὐτές οἱ δικαιολογίες ! Πόσο εὔκολα γίνονται παγίδες, μέσα στίς ὁποῖες πιάνεται ὁ ἄνθρωπος. Κι ὅσο περνοῦν τά χρόνια, ἡ ποικιλία τῶν δικαιολογητικῶν πλουτίζεται: «Ω! τώρα λένε μερικοί. Οἱ προσπάθειες γιά τήν δικαιοσύνη καί τήν ἀγάπη θέλουν τρεχάματα, κόπους...Ποῦ χρόνος! ....Μόλις καί μετά βίας κατορθώνουμε νά ζοῦμε. Ἄλλωστε δέν μοῦ ἔδωσε ὁ Θεός τίποτε ἰδιαίτερα χαρίσματα γιά νά μοῦ ζητήσει λόγο». Εἶναι πάντοτε πειρασμός γιά τούς ἁπλούς ἀνθρώπους νά μήν κάνουν τό λίγο μέ τήν σκέψη ὅτι δέν μποροῦν νά κάνουν τά πολλά. Μπορεῖ νά μήν σοῦ δόθηκε κάποιο ταλέντο ἐξαιρετικό. Ἀλλά χρησιμοποίησες καί ἀξιοποίησες αὐτό τό μικρό πού κατέχεις; Δέν ἔχεις τήν δύναμη νά ἀναμορφώσεις τήν πόλη, τό περιβάλλον σου. Τουλάχιστον ὅμως ἀγωνίστηκες νά βοηθήσεις ἕνα, δύο, τρεῖς ἀνθρώπους νά γνωρίσουν τήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ; Δέν ἔχεις χρήματα ἤ ἀξιώματα, γιά νά ἐνεργήσεις δραστήρια, νά ὀργανώσεις ὀρφανοτροφεῖα, γηροκομεῖα. Ἀλλ’ ἔχεις ὑγεία, ἐργασία, μπορεῖς νά ἀνακουφίσεις τό ὀρφανό, τόν γέροντα, τόν ἄρρωστο τῆς γειτονιᾶς σου μέ ποικίλους τρόπους. Τό κάνεις;
Ὁ καθένας μας εἶναι κάτοχος ἑνός ἱεροῦ κεφαλαίου πού προέρχεται ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό καί μία ἡμέρα θά δώσει λόγο γιά τό πῶς τό μεταχειρίσθηκε. Ἐκεῖνο πού ἔχει σημασία δέν εἶναι τόσο πόσα τάλαντα ἔχει, ὅσο πῶς τά χρησιμοποιεῖ. Ἀπό κανένα δέν θά ζητηθεῖ περισσότερο ἀπό ὅ, τι μποροῦσε νά κάνει. Ἀλλά καί κανείς δέν θά εἶναι δικαιολογημένος, ἄν κάνει λιγώτερο ἀπό ὅσα μπορεῖ.
Μέ τήν παραβολή αὐτή ὁ Κύριος φωτίζει ἕνα θεμελιώδη νόμο ζωῆς: Ὁ μόνος τρόπος γιά νά κρατήσει κανείς ἕνα ἤ πολλά τάλαντα εἶναι νά τά ἀξιοποιήσει. «Στόν καθένα πού ἔχει θά δοθοῦν καί ἄλλα καί θά περισσέψουν. Ἀπό ἐκεῖνον ὅμως πού δέν ἔχει, θά τοῦ ἀφαιρεθεῖ κι αὐτό πού ἔχει».
Ὅποιος χρησιμοποιεῖ τά δῶρα πού ἔλαβε ἀπό τόν Θεό-πνευματικά ἤ ὑλικά – μέ τρόπο δημιουργικό, τολμηρό, ἀποφασιστικό γιά τήν ἀγάπη του, γιά τούς ἄλλους ἀνθρώπους θά τά ἀναπτύξει. Ὅποιος τά ἀφήσει ἀνεκμετάλλευτα, μέ τό ἕνα ἤ τό ἄλλο πρόσχημα θά τά χάσει ὅλα. Καί τήν ἴδια του τήν ὕπαρξη.