Κήρυγμα γιά Κυριακή 6.3.2016
Κυριακή (τῆς Ἀπόκρεω) (Ματθαίου κε΄ 31 46)
«Ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνί τούτων
τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων ἐμοί ἐποιήσατε».
Μετά τήν τελεσίδικη ἀπόφαση τοῦ μεγάλου Κριτοῦ, οἱ ἄνθρωποι χωρίζονται καί κατευθύνονται οἱ μέν στήν ἄβυσσο, «εἰς τό σκότος τό ἐξώτερον», οἱ δέ στό φῶς τοῦ οὐρανοῦ. Γιατί ὅμως χωρίσθηκαν ἔτσι; Ποιά ἦταν ἡ βάση αὐτοῦ τοῦ διαχωρισμοῦ; Ἡ μόρφωση ἄραγε; Τά χρήματα ; Τά ἀξιώματα ; Καί στά δύο μέρη ὑπάρχουν σπουδασμένοι καί ἀγράμματοι, ἀξιωματούχοι, ἄσημοι, ἀμόρφωτοι καί σοφοί. Μήπως ἡ ὑγιεία, ἡ ὀμορφιά, ἡ δύναμη, ἡ καταγωγή, ἡ ἐνθικότητα ; Τίποτε ἀπό ὅλα αὐτά. Μόνο γιά ἐμᾶς ἔχουν σπουδαιότητα τέτοιες διακρίσεις. Γιά τό μεγάλο Κριτή αὐτά δέν ἔχουν ἀπολύτως καμμία σημασία. Μέτρο κρίσεως στέκει ἡ ἔμπρακτη ἀγάπη. Αὐτό εἶναι κώδικας βάσει τοῦ ὁποίου θά δικάσει ὁ μεγάλος Δικαστής «τήν ἡμέραν ἐκείνην τήν φοβεράν» τῆς κρίσεως. Διότι ἁπλούστατα ἡ ἀγάπη εἶναι τό Α καί τό Ω τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ.
Αὐτή ἡ ἀγάπη δέν σχετίζεται μέ ἐκπληκτικά κατορθώματα καί θεωρίες.
Ἀναφέρεται σέ πράγματα ἁπλά, καθημερινά πού ὅλοι μποροῦν νά ἐφαρμόσουν, παντοῦ καί πάντοτε. Σ’ ὁποιεσδήποτε συνθῆκες ζωῆς κι ἄν βρίσκονται, ὁποιοδήποτε ἐπάγγελμα, ἡλικία, μόρφωση, ἀπασχόληση κι ἄν ἔχουν. Ποιός θά μπορέσει ἐκείνη τήν ὥρα νά δικαιολογηθεῖ ὅτι δέν εἶχε τά μέσα νά δείξει ἀγάπη; Ὁ Κύριος δέ στηρίζει τήν ἀπόφασή του σέ μεγάλες δωρεές καί ἐπιτεύγματα. Δέν τούς λέγει, σᾶς καταδικάζω, διότι ἤμουν ἄρρωστος καί δέν μέ γιατρέψατε, ἤμουν στήν φυλακή καί δέν μέ ἀπελευθερώσατε. Ἀλλά «ἐπείνασα γάρ καί οὐκ ἐδώκατε μοι φαγεῖν, ἐδίψησα καί οὐκ ἐποτίσατέ με...». Γι’ αὐτά τά μικρά, πού περνοῦσαν ἀπό τό χέρι σας καί δέν τά κάνατε, γι αὐτά σᾶς καταδικάζω. Ἕνα πιάτο φαγητό, ἕνα ποτήρι νερό, μία ἐπίσκεψη, εἶναι πράγματα πού εὔκολα προσφέρονται.
Προσοχή, λοιπόν, μήν ξεγελᾶμε τόν ἑαυτό μας. Μήν νομίζουμε ὅτι γιά τήν ἐκδήλωση τῆς ἀγάπης χρειάζονται πλούτη καί δύναμη. Κι ὁ πιό φτωχός καί ὁ πιό ἀδύνατος. Κι ὁ πιό ταπεινός, ἔχει χίλιες δύο μικροευκαιρίες νά προσφέρει ἀγάπη. Ἀπό τήν τόση δά ἐξυπηρέτηση, πού πρόθυμα θά κάνει, ὡς τήν μεγάλη πράξη θυσίας, κόπου, χρημάτων, ὑγιείας γιά χάρη τῶν συνανθρώπων του. Πολλοί ἀπό ἐμᾶς, ἰδίως τά τελευταία χρόνια, εἴμαστε πολύλογοι γιά μεγάλη σχέδια ἀγάπης καί σωτηρίας τοῦ κόσμου, στήν πράξη ὅμως ἀδιαφοροῦμε νά δείξουμε στοιχειώδη καλοσύνη καί ἀνοχή στίς ἁπλές περιπτώσεις τῆς καθημερινῆς ζωῆς. Ἀλλά τό συνταρακτικό τῆς περικοπῆς δέν βρίσκεται στίς πρακτικές παραινέσεις. Βρίσκεται στήν τοποθέτηση τοῦ καθημερινοῦ χρέους ἀγάπης πρός τούς ταπεινούς καί περιφρονημένους τοῦ κόσμου τούτου, μέσα σέ ἀποκαλυπτικές χριστοκεντρικές διαστάσεις.
Σέ πολλά μέρη τοῦ κόσμου καί σέ πολλές θρησκεῖες ἔγινε λόγος γιά ἐλεημοσύνη, γιά εὐγένεια, γιά συμπάθεια ἀλλά σέ καμμιά δέν δόθηκε τέτοια σημασία σέ ἁπλές πράξεις αὐθόρμητης ἀνθρώπινης στοργῆς.
Ἡ μεγάλη ἔκπληξη εἶναι ἡ ἔκπληξη τῶν «δικαίων». Οἱ ἅγιοι δέν γνωρίζουν ὅτι εἶναι ἅγιοι. Ἀποροῦν μάλιστα ὅταν ὁ Χριστός τούς ἀποκαλεῖ μέ κάποιο τρόπο εὐεργέτες Του. Ὅ, τι ἔκαναν τό ἔκαναν αὐθόρμητα, χωρίς ὑπολογισμό ἤ σκοπιμότητα. Οἱ καθημερινές τους πράξεις ἀγάπης ἀναβλύζουν ἀβίαστα, μέσα ἀπό τήν ταπείνωση τοῦ ἐν μετανοίᾳ βίο τους, σάν ἕνας ρυθμός ζωῆς.
Ὁ Κύριος πάντως τονίζει ὅτι κάθε τί ἁπλό, τό ὁποῖο γίνεται γιά τούς «ἐλαχίστους» ἀδελφούς, ἀποτελεῖ μία πράξη διακονίας τοῦ ἴδιου τοῦ «Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου». Τό μυστικό τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης βρίσκεται στήν ἄμεση σύνδεσή της μέ τόν Χριστό. Ἔτσι ἀποκλείονται καί ἐξουδετερώνονται ἄλλα κίνητρα μέ ἐλατήρια γιά τήν ἀγαθοεργία, πού θολώνουν τήν καθαρότητα τῆς πράξεως (ὅπως ὑπερηφάνεια, λόγοι κοινωνικοί, ἀπώτερο συμφέρον, κ.τλ.).
Εἶναι ἀκόμη ἀξιοπρόσεκτο ὅτι τόν δεσμό τοῦ Χριστοῦ μέ τούς «ἐλαχίστους» ἀδελφούς Του ἀποτελεῖ τό γεγονός ὅτι εἶναι πονεμένοι, ὅτι ὑποφέρουν. Ἡ συνάντηση μέ τόν πάσχοντα ἄνθρωπο σημαίνει σέ βαθύτερη ἀνάλυση συνάντηση μέ «τόν δι’ ἡμᾶς παθόντα Κύριον». Ὅποιος παραλείπει νά δείξει οὐσιαστικά, ἄμεσα καί πρακτικά τήν ἀγάπη του στούς ἐγγύς καί τούς μακράν, τούς μικρούς ταλαιπωρημένους καί καταφρονημένους, θά ἔχει τήν δυσάρεστη ἔκπληξη νά δεῖ κάποτε καί τόν ἴδιο του τόν ἑαυτό γυμνό καί στερημένο ἀπό τήν μεγαλύτερη ἀγάπη, ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἀπό τό σημεῖο αὐτό ἀκριβῶς ἀρχίζει ἡ κόλαση. Ἀπό τότε πού παύουμε νά ἀγαπᾶμε καί νά νιώθουμε τήν ἀγάπη. Γι’ αὐτό πολλοί ἄνθρωποι, ἤδη προτοῦ πεθάνουν ζοῦν τήν κόλαση.
Ἡ ζωή εἶναι ἀκόμα μπροστά μας, δέν ξέρουμε γιά πόσα χρόνια, γιά πόσες μέρες «ἕως ἔστι καιρός», γιά νά θυμηθοῦμε τά λόγια τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου «Χριστόν ἐπισκεψώμεθα, Χριστόν θεραπεύσωμεν, Χριστόν θρέψωμεν, Χριστόν ἐνδύσωμεν, Χριστόν συναγάγωμεν, Χριστόν τιμήσωμεν», ἀποκαλύπτοντας κάτω ἀπό τήν ταπεινή ἐμφάνιση τοῦ κάθε θλιμμένου καί ταλαιπωρημένου. Ὁ πόνος μᾶς κυκλώνει.
Ἄς τόν κυκλώσουμε μέ τήν Ἀγάπη μας.