Κήρυγμα Κυριακῆς 2.10.2016
(Κυριακή Β΄ Λουκᾶ)
Ἀπόστολος Ὁσίου (Β΄ Κορινθίους δ΄ 6-15)
Βλέποντας κανείς τό ἀξίωμα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου τό μεγάλο καί ὑψηλό, θά συμπέρενε ὅτι θά τοῦ ἐξασφάλιζε μία ἄνετη ζωή γεμάτη ἀπό χαρές καί διακρίσεις καί ἐπαίνους πού θά ἔκαναν τήν ζωή του πιό εὔκολη. Ὅμως στό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα τῆς προσεχοῦς Κυριακῆς πού ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τήν μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός Θεοδοσίου, ὁ ἴδιος ὁ ἀπόστολος ὁμολογεῖ ἀντιπροσωπεύοντας ὅλους ὅσους θά ἀσχοληθοῦν μέ τήν ἱεραποστολή ὅτι ἡ ζωή τους θά εἶναι γεμάτη διωγμούς, κινδύνους, κατατρεγμούς ὡς καί ἡ δική του ζωή «ἐν παντί θλιβόμενοι ἀλλ’ οὐ στενοχωρούμενοι, διωκόμενοι ἀλλ’ οὐκ ἐγκαταλειπόμενοι, καταβαλλόμενοι ἀλλ’ οὐκ ἀπολλύμενοι» (Β΄ Πρός Κορινθίους δ΄ 9).
Αὐτά πού γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἔχουν βέβαια τήν ἐφαρμογή τους πρῶτα-πρῶτα στούς ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου, στούς κήρυκες τῆς χριστιανικῆς ἀληθείας. Αὐτοί ἔχουν τό προνόμιο νά γίνονται στόχος ἐπιθέσεων νά καταδιώκονται καί νά στεναχωροῦνται πότε γιατί οἱ ἄνθρωποι δέν τούς κατανοοῦν, καί πότε γιατί τούς παρανοοῦν. Τό βῆμα τοῦ δασκάλου τῆς ἠθικῆς τελειότητος συχνά σείεται ἀπό ἐκείνους πού εἴτε θίγονται καθώς ἀκοῦνε τίς σώζουσες ἀλήθειες, εἶτε βιάζονται νά σφραγίσουν τό στόμα τοῦ Χριστοῦ, γιά νά μήν ἐνοχλοῦνται στίς ἄνομες ἀσχολίες τους. Εἶναι κι ἄλλοι, πιστοί καί αὐτοί, ὅπως λένε, τοῦ Κυρίου ὀπαδοί, παιδιά τῆς Ἐκκλησίας, πού κι αὐτοί εἴτε ἀνεπίγνωστα, εἴτε συνειδητά πολεμοῦν τό ἔργο τῶν πατέρων τους καί διδασκάλων, εἴτε μέ τήν ἀσυνέπεια τῆς καθημερινῆς ζωῆς τους εἴτε μέ τόν ἄμετρο λόγο τῆς κριτικῆς τους. Κι εἶναι ἄνθρωποι πού χαρίζουν τά πιό φοβερά τραύματα στίς ψυχές τῶν πατέρων τους, γιατί εἶναι τραύματα πού σοῦ ἔκαναν τά «παιδιά σου», «οἱ φίλοι σου», «οἱ ἀδελφοί σου» καί ὄχι οἱ ξένοι κι ἐχθροί. Οἱ Ἀπόστολοι καί μάλιστα ὁ ἀπόστολος Παῦλος εἶχαν πικρή πείρα ἀπό τήν δραστηριότητα αὐτή καί τῶν δύο παρατάξεων ἐναντίον τους, ὅμως δέν τούς ἐγκατέλειπε τό θάρρος καί ἡ γενναιότητα γιά συνέχιση τοῦ θεαρέστου ἔργου τους. Καί σήμερα ἡ ἴδια κατάσταση ὑπάρχει. Γιατί ὁ ἄνθρωπος ὅσα χρόνια καί ἄν περάσουν, δέν θά ἀλλάξει ἐσωτερικά, ἄν δέν λουσθεῖ μέσα στίς ἀκτῖνες τίς φωτεινές τῆς πραγματικῆς φωτοχυσίας τοῦ χριστιανικοῦ πνεύματος, πού τήν γνησιότητά του λίγοι, πολύ λίγοι κρατᾶνε καί μεταδίδουν.
Ἀλλά τό ἴδιο συμβαίνει συνήθως καί μέ κάθε ἕνα πού θά θελήσει νά πάρει μία σωστή πρωτοβουλία γιά κάτι πού θά ὠφελήσει τό κοινό καί θά εὐεργετήσει τόν τύπο. Πολύ συχνά κάθε τέτοια προσπάθεια ποτίζει μέ δηλητήριο τόν πρωταγωνιστή καί τοῦ μαραίνει τόν ζῆλο καί τόν κάνει νά μετανιώσει γιά τήν πρωτοβουλία του. Πάντοτε ἡ δράση προκαλεῖ ἀντίδραση. Καί οἱ μικρόψυχοι δέν λείπουν ποτέ, πού, ἐνῶ οἱ ἴδιοι δέν εἶναι σέ θέση νά προσφέρουν τίποτε τό θετικό, ἐν τούτοις γίνονται τιμητές ἐκείνων, πού καταπιάνονται μέ μία προσπάθεια καί πασχίζουν νά τήν φέρουν εἰς πέρας. Ἔτσι οἱ μέρες καί οἱ ὥρες ὅλων ἐκείνων πού μοχθοῦν γιά ἕνα συγκεκριμένο ἔργο, ποτίζονται ἀπό ἀχαριστία, τήν ἀπρεπή κριτική, τήν συκοφαντία καί τήν διαβολή ἐκ μέρους ἐκείνων πού ἁρπάζουν τήν εὐκαιρία γιά νά δείξουν τήν ὀντότητά τους καί νά ἐμφανισθοῦν σάν παράγοντες σπουδαῖοι.
Τό ἴδιο ἀπαράλλακτα συμβαίνει καί μέ τούς πνευματικούς ἐργάτες τῆς Ἐκκλησίας, πού ἔχουν καταπιασθεῖ μέ τό ἔργο τοῦ εὐαγγελισμοῦ τοῦ λαοῦ μας καί τῆς διαδόσεως τοῦ θείου λόγου.
Μόλις ἀναπτύξουν τήν δραστηριότητά τους αὐτή γίνονται συχνά στόχος ἐπιθέσεων τόσο ἀπό τούς ἀθέους καί ἀρνητές πού ἔχουν κάθε λόγο νά πολεμοῦν τήν προσπάθειά τους, ὅσο καί ἀπό μερικούς ψευτοχριστιανούς πού δέν κάνουν τίποτε ἄλλο ἀπό τό νά κατακρίνουν τούς πατέρες τους, ἀμφισβητώντας τήν ἰδιότητά τους αὐτή ἤ ἐπικρίνοντας συγκεκριμένες πράξεις ἤ παραλείψεις, κι αὐτό ὄχι ἀπό διάθεση διορθώσεως τῶν κακῶς κειμένων, ἀλλά ἀπό μία νοσηρή τάση ἐπικρίσεως τῶν πάντων.
Κι εἶναι ὁ πειρασμός μεγάλος γιά τούς πνευματικούς ἐργάτες. Ἄν θέλει κανείς τήν ψυχική του ἠρεμία καί ἡσυχία θά πρέπει νά ἀδρανεῖ καί νά μήν προσφέρει. Ἄν πάλι προσφέρει, θά πρέπει νά εἶναι ἕτοιμος νά δεχθεῖ ἐπιθέσεις νά στεναχωρηθεῖ, νά κλάψει. Κι ἐξαρτᾶται ἀπό τήν διάθεση, τήν πίστη καί τήν ἀντοχή τοῦ καθενός νά πάρει τήν ἀπόφασή του ρωτώντας πρῶτα τήν συνείδησή του. Σ’ αὐτό ὁδηγοί εἶναι οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι τοῦ Σωτῆρος καί ὅλος ὁ χορός τῶν μεγάλων πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, πού ἄναψαν φωτιές στό πέρασμά τους καί προξένησαν μέ τήν δράση τους τήν ἀντίδραση τῶν ἀρνητικῶν στοιχείων τοῦ καιροῦ τους. Καί θά ἦταν ἀσφαλῶς πτωχότερος ὁ κόσμος, ἄν οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι, ἔδιναν περισσότερη σημασία στήν ἐσωτερική τους γαλήνη, πού θά τούς ἐξησφάλιζε ἡ ἀπραξία, παρά στήν ἀποστολή τους πού τούς ἐκόστισε διωγμούς, ἐξορίες καί βάσανα.
Ἄς εἶναι ἕτοιμοι ὅλοι οἱ ἐργάτες τοῦ καλοῦ γιά νά ἀντιμετωπίσουν τήν ἀντίδραση τοῦ κακοῦ. Στό τέλος ἡ νίκη θά εἶναι μαζί τους.