Κήρυγμα Κυριακῆς 4.12.2016
(Κυριακή Ι΄ Λουκᾶ)
Ἀπόστολος Κυριακῆς Πρός Γαλάτας γ΄ 23-δ΄, 5
«Οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ» (Γαλάτας γ΄, 28)
Τὸ θέμα τῆς ἰσότητας τῶν δύο φύλων ἀπασχολοῦσε καὶ ἀπασχολεῖ πάντοτε τὴν κοινωνία μας. Οἱ συζητήσεις φουντώνουν. Ἄντρες καὶ γυναῖκες ἐκφράζουν τίς ἀπόψεις τους. Πολλὰ λέγονται, γράφονται καὶ ἀκούγονται. Ἀπὸ ὅ,τι ὅμως διαφαίνεται ὑπάρχει μεγάλη σύγχυση γύρω ἀπὸ τὸ θέμα αὐτό.
Ἡ σημερινὴ ἀποστολικὴ περικοπὴ καὶ ἡ μορφὴ τῆς Ἁγίας Βαρβάρας, τή μνήμη τῆς ὁποίας γιορτάζει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας, μᾶς δίνουν ἀρκετὰ στοιχεῖα γιά νά δοῦμε μερικὲς βασικὲς θρησκευτικὲς θέσεις πάνω στό πολυσυζητημένο θέμα τῆς ἰσότητας τῶν δύο ἀνθρώπινων φύλων.
Ἡ Ἁγία Γραφὴ διδάσκει, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι δημιούργημα τοῦ Θεοῦ καὶ ὅτι ἡ ἀνθρώπινη φύσῃ ἀποτελεῖται ἀπὸ δύο πρόσωπα, τὸν ἄντρα καὶ τή γυναῖκα. Ἑπομένως ἡ ἀνθρώπινη φύσῃ εἶναι μία ἂν καὶ ἀποτελεῖται ἀπὸ δύο πρόσωπα. « ἡ φύση εἶναι μία ", λέει ὁ Μέγας Βασίλειος. Καὶ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἐκφράζοντας τὴν ἴδια ἀλήθεια παρουσιάζει τὸ Θεὸ νά λέγει στή γυναῖκα: « Ἐγώ, ἐξαρχῆς, ἴση καὶ ὁμότιμη σὲ ἐδημιούργησα καὶ θέλησα να ἀποκτήσεις σὲ ὅλα τὰ πράγματα τὴν ἴδια ἀξία μὲ τὸν ἄντρα>> .
Ὑπάρχει ἑπομένως μία φυσικὴ ἰσοτιμία ἡ ὁμοτιμία τῶν δύο φύλων. Βέβαια ἡ ἰσοτιμία αὐτὴ καταργήθηκε ὕστερα ἀπὸ τὴν πτώση. Ὅταν οἱ πρωτόπλαστοι ἀπομακρύνθηκαν ἀπὸ τὸν Θεό, ἔχασαν τή φυσική τους ἰσότητα καὶ τὰ δύο ἀνθρώπινα φῦλα ἄρχισαν νά συγκρούονται μεταξὺ τους, διεκδικώντας τὴν ἐξουσία καὶ τὴν ἐπιβολή, ὁ ἄντρας πάνω στή γυναῖκα καὶ ἡ γυναῖκα πάνω στόν ἄντρα. Ὅταν ὅμως ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἄνθρωπος καὶ προσέλαβε τὴν ἀνθρώπινη φύσῃ « ἐκ τῆς Παρθένου Μαρίας», ἀποκατέστησε τὴν ἰσότητα καὶ ἑνότητα τῶν δύο φύλων, ὅπως ὑπογραμμίζει σήμερα ὁ Ἀπόστολος Παῦλος « ὅταν ὁ ἄνθρωπος πιστεύει καὶ ἐνώνεται μὲ τὸ Χριστό, τότε καταργεῖται ἡ διάκριση τῶν δύο φύλων καὶ δέν ὑπάρχει πιὰ ἀρσενικὸ καὶ θηλυκὸ γένος, ἀλλὰ μία καινούργια ἀνθρώπινη φύσῃ, ἕνας καινούριος ἄνθρωπος»
Ὁ Χριστός ἑπομένως ξαναχάρισε τὴν χαμένη ἰσότητα ἀνάμεσα στά δύο φῦλα καὶ ἐξύψωσε ἰδίως τή γυναῖκα, ποὺ γιά αἰῶνες τή θεωροῦσαν κατώτερη ὕπαρξη. Αὐτὸ διακηρύττει ἄλλωστε ἡ ζωὴ καὶ τὸ μαρτύριο τῆς Ἁγίας Βαρβάρας. Ἡ πίστη της στόν κύριο Ἰησοῦ τὴν ἀνέδειξε τόσο πολύ, ὥστε να ἀποδειχθεῖ σοφότερη ἀπὸ δεκάδες ἄλλους φιλοσόφους καὶ δυνατότερη ἀπὸ ἑκατοντάδες στρατιῶτες. Ἀλλὰ καὶ κάθε χριστιανή γυναῖκα ἀποκτᾶ τὴν ἰσοτιμία της μὲ τὸν ἄνδρα. Μὲ τὸ ἱερὸ μυστήριο τοῦ γάμου καὶ τή συνεχῆ παρουσία τοῦ Χριστοῦ μέσα στην οἰκογενειακὴ καὶ συζυγικὴ ζωή, ἡ ἰσοτιμία αὐτὴ ἐπικυρώνεται καὶ διασφαλίζεται.
Σὰν συμπέρασμα μποροῦμε νά ποῦμε, ὅτι μόνο μέσα στα πλαίσια τῆς χριστιανικῆς πίστεως καὶ ζωῆς μπορεῖ νά ὑπάρξει καὶ ὑπάρχει ἰσοτιμία καὶ ὁμοτιμία ἀνάμεσα στά δύο φῦλα.
Ὡστόσο ἀνάμεσα στά δύο ἰσότιμα φύλλα καὶ μάλιστα μέσα στό γάμο, ὑπάρχει καὶ μία πνευματικὴ ἱεράρχηση.
Πρῶτος ἔρχεται ὁ ἄντρας καὶ ἀκολουθεῖ ἡ γυναῖκα. Ἱεράρχηση αὐτὴ δέν σημαίνει ποιοτικὴ καὶ ἠθικὴ διαβάθμιση, ὅτι δηλαδὴ τὸ πρῶτο εἶναι καλύτερο ἢ ἠθικότερο καὶ ἀπὸ τὸ δεύτερο πρόσωπο. Πρόκειται ἁπλῶς γιά μία τιμητικὴ ἱεράρχηση πού ὀφείλεται στή χρονικὴ κλιμάκωση τῆς δημιουργίας τῶν δύο προσώπων. « πρῶτα δημιουργήθηκε ὁ Ἀδὰμ καὶ ἔπειτα ἡ Εὔα», σημειώνει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος (Α’ Τιμ. β’, 13).
Τὸ δημιουργικὸ ὅμως πρωτεῖο τοῦ ἀνδρὸς δεν ἀποτελεῖ προνόμιο κυριαρχικὸ καὶ ἐξουσιαστικό, ἀλλὰ προνόμιο λειτουργικό. Ὁ ἄντρας δηλαδὴ δέν ἔχει τὸ δικαίωμα νά καταδυναστεύει καὶ νά κρατᾶ τυραννάει γυναῖκα, ἀλλὰ νά προΐσταται γιά τὴν καλὴ λειτουργία τοῦ θεσμοῦ τοῦ γάμου καὶ τῆς οἰκογενείας. Εἰδικότερα, τὸ πρωτεῖον τοῦ ἀνδρὸς εἶναι ἡ πρωτεῖον ἀγάπης. Εἶναι κλήση δηλαδὴ τοῦ ἀνδρὸς νά ἀγαπᾶ καὶ νά θυσιάζεται γιά τή γυναῖκα, ὅπως ὁ Χριστὸς ἀγάπησε καὶ θυσιάστηκε γιά τὴν Ἐκκλησία, σύμφωνα μὲ τὸν ὡραῖο παραλληλισμὸ τοῦ Ἀποστόλου (Ἐφεσ. ε’, 25).
Ἡ ἀγάπη αὐτὴ τοῦ ἄντρα πρὸς τή γυναῖκα ἀνταποδίδεται σὰν σεβασμός, ὑπακοὴ καὶ ἀφοσίωση τῆς δεύτερης πρὸς στὸν πρῶτο. Ἡ γυναῖκα δηλαδὴ ὑποτάσσεται στον ἄνδρα (Ἐφεσ. ε’, 22) καὶ ἡ ὑποταγὴ αὐτὴ εἶναι μία ἀντίστροφη κίνηση ἀγάπης καὶ ἀφοσιώσεως, ὥστε νά δημιουργεῖται- ἰδίως μέσα στό γάμο- ἕνα κύκλωμα ἀγάπης, μία κοινωνία ἀγάπης, μέσα στήν ὁποῖα, τελικά, δέν ὑπάρχει πρόβλημα ποῖος πρῶτος καὶ ποιὸς δεύτερος: Στήν κοινωνία τῆς Ἀγάπης πρώτη ἔρχεται ἡ ἀγάπη, ἡ χριστιανικὴ ἀγάπη.
Ἡ ἁρμονία λοιπὸν καὶ οἱ ὁμοτιμία ἀνάμεσα στά δύο φῦλα ἐξασφαλίζεται ἀπὸ τὶς δύο αὐτὲς κινήσεις τῆς ἀγάπης. Ὅταν λείψει ἡ ἐν Χριστῷ κοινωνίᾳ καὶ ἀγάπη τότε ἡ ἰσορροπία καὶ λίγο κλονίζεται καὶ οἱ ὁμοτιμία ἐξαφανίζεται. Τότε ἐπανέρχεται τὸ καθεστὼς τῆς πτώσεως, τῆς καταδυναστεύσεως δηλαδὴ τῆς γυναίκας ἀπὸ τὸν ἄνδρα ἢ καὶ ἀντίστροφα.
Μέσα στό χριστιανισμὸ δέν ὑπάρχουν πρωτεῖα στήν ἀνθρώπινη φύσῃ, παρὰ μόνο στόν ἀνθρώπινο προορισμὸ στήν ἁγιότητα! Στό στίβο αὐτὸ ὑπάρχει ἰσότητα, ἀλλὰ καὶ ἀγωνιστικὴ ἅμιλλα ἀνάμεσα στά δύο φῦλα. Ἐδῶ, λοιπόν, ἂς ἀναζητοῦνται τὰ πρωτεῖα. Ὁ ἀγωνοθέτης Χριστός ἔχει προκηρύξει ἀπὸ καιρὸ τοὺς ἀγῶνες καὶ ἔχει κιόλας ἕτοιμα τὰ βράβεια γιά τοὺς νικητές. Καὶ τὰ βραβεῖα αὐτὰ θὰ δοθοῦν ὄχι ἀνάλογα μὲ τὸ φύλο τῶν ἀγωνιστῶν, ἀλλὰ σύμφωνα μὲ τὴν ἐπίδοση τους στό ἄθλημα τῆς ἀγάπης.