Κυριακή 5 Μαρτίου 2017
Κυριακή Α΄ Νηστειῶν - Ὀρθοδοξίας
(Πρός Ἑβραίους ια΄, 24-26, 32-40)
Στήν περιπέτεια τῆς ἱεραποστολῆς.
Τήν σημερινή « Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας» ἡ Ἐκκλησία μας τήν ἔχει ἀφιερώσει στήν ἐξωτερική ἱεραποστολή. Στούς ἀδερφούς μας, ἐκείνους πού ἀπαρνήθηκαν τούς θησαυρούς καί τήν καλοπέραση τοῦ κόσμου καί ἀφιερώθηκαν στή μεγάλη περιπέτεια τῆς διαδόσεως τοῦ Εὐαγγελίου στίς εἰδωλολατρικές περιοχές τῆς γῆς. Ἄξιοι μαθητές τοῦ Χριστοῦ καί γνήσιοι μιμητές τῶν Ἀπόστολων οἱ ἱεραπόστολοι τῆς Ἐκκλησίας μας συνέχισαν καί συνεχίζουν τό φωτιστικό καί λυτρωτικό ἔργο τοῦ πρώτου καί μοναδικοῦ ἱεραπόστολου, τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ! Ἄς τούς πλησιάσουμε σήμερα περισσότερο.
Ὑπερνικώντας τά φυσικά καί ψυχολογικά ἐμπόδια.
Ὁ Μωυσῆς εἶναι βέβαια γνωστός προφήτης καί ἡγέτης τοῦ ἑβραϊκοῦ λαοῦ. Ὅπως ὅμως ἀναφέρει τό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα, ὁ μεγάλος αὐτός ἡγέτης ὑπερνίκησε πολλά ἐμπόδια, προκειμένου νά φέρει σέ πέρας τήν ἀποστολή πού τοῦ ἀνέθεσε ὁ Θεός: ἀρνήθηκε τήν κοινωνική του ἐξέλιξη « ἠρνήσατο λέγεσθαι υἱός θυγατρός Φαραώ », ταλαιπωρήθηκε μαζί μέ τό λαό τοῦ Θεοῦ στήν ἀτέλειωτη ὁδοιπορία μέσα στήν καυτή ἔρημο « συγκακουχεῖσθαι τῷ λαῷ τοῦ Θεοῦ » καί δοκίμασε ἀναρίθμητες ἀπογοητεύσεις ἀπό τήν ἀλλοπρόσαλλη συμπεριφορά τοῦ σκληροτράχηλου ἐκείνου πλήθους. Κάθε μέρα, σέ κάθε βῆμα, σέ κάθε τόπο ὁ μεγάλος ἐκεῖνος ἀπεσταλμένος τοῦ Θεοῦ εἶχε νά ἀντιμετωπίσει καινούργιες καταστάσεις ἀπό τό φυσικό περιβάλλον (Ἐρυθρά θάλασσα, ἔλλειψη νεροῦ, τροφῆς), ἀπό τούς ἐχθρούς (Αἰγύπτιους), ἀπό τούς δικούς του. Καί ὅμως τίποτε ἀπό ὅλα αὐτά, οὔτε τά ἄγρια καί ἀτίθασα στοιχεῖα τῆς φύσεως οὔτε ὁ ἐξαχρειωμένος καί κουρασμένος λαός δέν ἔκαμψε τήν ἀμετάκλητη ἀπόφασή του νά ὁλοκληρώσει τό ἔργο γιά τό ὁποῖο τόν καθιέρωσε ὁ Θεός.
Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τούς χριστιανούς ἱεραπόστολους. Δέν ξεκίνησαν οἱ ἄνθρωποι αὐτοί γιά τό ἔργο τῆς ἱεραποστολῆς χωρίς κανένα ἐμπόδιο, χωρίς καμία δυσκολία. Εἶχαν πρῶτα νά ὑπερνικήσουν τόν ἑαυτό τους, τίς προσωπικές, συναισθηματικές καί ψυχολογικές καταστάσεις. Ἔπρεπε νά ἐγκαταλείψουν πρόσωπα, νά ἀπαρνηθοῦν συνθῆκες ζωῆς, νά ἀποτινάξουν στόν ἀέρα κοινωνικές καριέρες. Ἔπρεπε, ἔπρεπε... Καί ὅμως τίποτε τελικά δέν στάθηκε πραγματικό ἐμπόδιο στή κλήση τοῦ Θεοῦ νά κηρύξουν τό Εὐαγγέλιό του σέ ξένες καί μακρινές χῶρες.
Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἔχει καί σήμερα μερικούς ἀφιερωμένους ἀνθρώπους στό ἔργο τῆς ἐξωτερικῆς ἱεραποστολῆς. Βρίσκονται αὐτή τή στιγμή στήν Ἀφρική καί τήν Ἄπω Ἀνατολή. Αὐτό εἶναι κάτι πού ὅλοι πρέπει νά γνωρίζουμε. Ἀλλά καί κάτι ἀκόμα πιό πολύ: ὅλοι πρέπει νά τούς σκεπτώμαστε καί νά συμπαραστεκόμαστε στή ζωή, στά προβλήματά τους καί στό ἔργο τους. Εἶναι ἀδερφοί μας! Εἶναι καί αὐτοί ἄνθρωποι μέ ὅλα τά προβλήματα καί τούς κινδύνους πού ἀναφέραμε πιό πάνω.
Ἡ καθημερινή προσευχή μας γιά αὐτούς εἶναι τό πρῶτο καί κύριο χρέος μας ἀπέναντί τους. Ἡ συμβολή μας ἔπειτα μπορεῖ νά ἐκδηλωθεῖ μέ πολλούς τρόπους ἀρχίζοντας μέ τήν καλλιέργεια ἱεραποστολικῆς συνειδήσεως καί εὐθύνης.
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι ἀντιμετωπίζουμε τόν κίνδυνο τῆς « αὐτάρκειας » καί τοῦ ἀπομονωτισμοῦ. Ἡ αἴσθηση ὅτι « τά ἔχουμε ὅλα » Ὀρθόδοξη πίστη, παράδοση, ἐξαίσια λατρεία, δημιουργεῖ συνήθως τήν τάση τῆς αὐτοϊκανοποίησης ἄν ὄχι , πολλές φορές, τῆς ἐπάρσεως. Ἡ τάση ὅμως αὐτή ἀντί νά μᾶς ἀνοίγει, συνήθως μᾶς κλείνει καί μᾶς περιορίζει στόν ἑαυτό μας, στόν « τόπο μας », στήν « ἐνορία μας », στήν « Ἐκκλησία μας ». Ἡ σύγχρονη, ἐξάλλου, ζωή τῆς εὐημερίας καί τῆς καλοπέρασης ἔρχεται νά μαράνει καί νά θανατώσει κάθε σκίρτημα προσφορᾶς στούς ἄλλους, πού συνεπάγεται αὐταπάρνηση, προσωπική θυσία, κόπο καί μόχθο.
Ἄν ἑπομένως ἀφήσουμε τά πράγματα ὅπως ἔχουν, εἶναι βέβαιο πώς θά εἶναι ἀδύνατο νά μιλᾶμε γιά ἱεραποστολή στούς σημερινούς καιρούς (πρέπει δέ νά ὁμολογήσουμε ὅτι καί ἡ σημερινή ἱεραποστολική προσπάθεια τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι πολύ πολύ περιορισμένη).
Ἡ διαπίστωση αὐτή ὑπογραμμίζει τό χρέος ὅλων μας γιά τήν καλλιέργεια τῆς ἱεραποστολικῆς συνειδήσεως τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας μας. Οἱ ὀρθόδοξοι Ἕλληνες, ἀπό μικροί, στό σπίτι, στό σχολεῖο, στήν ἐνορία, πρέπει νά ἀρχίσουμε νά σχηματίζουμε συνείδηση καί φρόνιμα ἱεραποστολῆς.
Ἡ φυσική ἀγάπη τῶν Ἑλλήνων γιά τή θάλασσα τούς ἐμπνέει καί τούς δημιουργεῖ τούς πιό ὄμορφους χρωματισμούς « ἀπό τήν κούνια » τους ἀκόμη. Ἡ ἀγάπη αὐτή γίνεται προσανατολισμός ζωῆς καί δημιουργεῖ τόν Οἰκουμενικό Ἑλληνισμό.
Στόν ἴδιο ἴσως καί σέ μεγαλύτερο βαθμό πρέπει νά ἐμπνέει τούς Ἕλληνες ἡ Ὀρθόδοξη πίστη τους. Γιατί εἶναι μία « πίστη », ἕνα μήνυμα ζωῆς πού ἀξίζει νά γνωρίσει ὁλόκληρη ἡ οἰκουμένη. Ἡ Ἐκκλησία μας θεωρητικά εἶναι « Μία, Ἁγία, καθολική (δηλαδή οἰκουμενική) καί Ἀποστολική ». Χρειάζεται ὅμως νά βρεθοῦν οἱ γενναῖες ἐκεῖνες ψυχές πού θά κάνουν τό ὅραμα αὐτό πραγματικότητα · πού θά συμβάλουν δηλαδή στήν παγκόσμια ἐξάπλωση τῆς Ὀρθοδοξίας. Καί ποιοί ἄλλοι μπορεῖ νά εἶναι αὐτοί, παρά οἱ ὀρθόδοξοι Ἕλληνες πού γεννήθηκαν καί γαλουχήθηκαν « ἀπό βρέφους » μέ τά ἅγια νάματα τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως καί ζωῆς.