ΕΟΡΤΑΣΩΜΕΝ ΕΝ ΚΥΡΙΩ
Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη
Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ
κ. ΔΑΝΙΗΛ

λησιάζομεν πρός τίς ἐπέραστες καί ποθεινές ἑορτές τῶν ἐπιφανείων τοῦ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Οἱ ἐπίσημες αὐτές ἡμέρες γίνονται ἡμέρες χαρᾶς, ἡμέρες ἀγάπης, ἡμέρες ψυχικῆς ἀναπαύσεως γιά ὅλους. Θά προσέθετον, ὅτι γιά τούς πιστούς οἱ ἡμέρες αὐτές εἶναι ἡμέρες ἔντονης πνευματικῆς ζωῆς καί οἰκοδομῆς. Οἱ ἑορτές αὐτές ἔχουν καθαρῶς ἐκκλησιαστικόν χαρακτῆρα ἀφοῦ εἶναι ἑορτές τῆς Ἐκκλησίας, τῶν πιστῶν δηλαδή ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι ἀποτελοῦν τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ἐξάλλου, γι᾿ αὐτό ἀκριβῶς τόν λόγο καθιερώθησαν οἱ ἀργίες καί οἱ διακοπές, γιά νά διευκολύνωνται οἱ πιστοί νά συμμετέχουν ἀπερίσπαστοι στήν πνευματική ζωή. Ἀλλά δυστυχῶς συμβαίνει τό ἐντελῶς ἀντίθετον καί ἀντιφατικόν. Νά ἑορτάζωμεν χωρίς Θεό. Χριστούγεννα χωρίς Χριστό. Ἡ ἀλλοίωσις τοῦ φρονήματος μας ἔχει νεκρώσει τά πνευματικά αἰσθητήρια μας μέ ἀποτέλεσμα νά ἀγνοοῦμε τί καί γιατί ἑορτάζομεν.

Γι᾿ αὐτό θά ἀναζητήσωμεν τό πῶς πρέπει νά ἑορτάσωμεν αὐτές τίς ἑορτές. Τήν πνευματική σπουδή θά τήν πραγματοποιήσωμεν μέ ὁδηγό μας τόν Ἅγιο Πατέρα καί Διδάσκαλο τῆς οἰκουμένης Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, τόν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Ἰδού λοιπόν οἱ διδαχές του:

1.-. «Ἡ ἑορτή εἶναι συνεχής ὑπόμνησις τῆς σωτηρίας μας».Οἱ ἑορτές μᾶς θυμίζουν ἱστορικά γεγονότα. Μᾶς θυμίζουν τίς θαυμαστές ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ γιά τήν σωτηρία μας. Ἑορτάζομε τούς λυτρωτικούς σταθμούς τοῦ μυστηρίου τῆς θείας οἰκονομίας γιά τήν σωτηρία μας. Τοιουτοτρόπως οἱ ἑορτές γίνονται ἀφορμές γιά νά ἐκφράσωμεν ἐμεῖς οἱ εὐεργετηθέντες τήν συνεχῆ εὐγνωμοσύνη μας πρός τόν Εὐεργέτη καί Σωτῆρα μας. Αἰνοῦμεν, ὑμνοῦμεν καί διά παντός εὐλογοῦμεν τόν Κύριον καί εὐχαριστοῦμεν γιά ὅλες τίς μεγάλες καί ὑπερφυεῖς εὐεργεσίες Του πού ἔγιναν σέ μᾶς καί γιά μᾶς. Αὐτή δέ ἡ εὐγνωμοσύνη μας ἐκφράζεται καί στήν ἀτομική προσευχή μας κυρίως ὅμως ἐπισήμως, πανηγυρικῶς καί δημοσίως μέ τήν τέλεσι τῆς θείας Λειτουργίας, ἡ ὁποία καί ἐπειδή ἔχει αὐτό τόν εὐχαριστιακό χαρακτῆρα ὀνομάζεται θεία Εὐχαριστία. Σ᾿ αὐτήν ὁλόκληρο τό Σῶμα τῶν πιστῶν συνάγεται γιά νά ἐκφράσει ἀπό κοινοῦ τήν εὐχαριστία του πρός τόν Λυτρωτή Θεό. Γι᾿ αὐτό δέν εἶναι κατανοητό νά ἑορτάσωμεν Χριστούγεννα χωρίς νά συμμετάσχωμεν κι᾿ ἐμεῖς στήν καθολική προσευχή γιά νά ἐκφράσουμε τήν εὐγνωμοσύνη μας ἀλλά καί τήν χαρά μας καί τήν πνευματική ἀγγαλλίασί μας γιά τήν σάρκωσι τοῦ Υἱοῦ Του.

2.-. «Ἀληθινή ἑορτή εἶναι αὐτή, εἰς τήν ὁποία ὑπάρχει ψυχῶν σωτηρία, εἰρήνη καί ὁμόνοια».

Μέ λύπη παρατηροῦμε, ὅτι οἱ χριστιανικές ἑορτές, οἱ ἑορτές τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖες ἐθεσπίσθησαν γιά τήν πνευματική πρόοδο καί ὠφέλεια τῶν ψυχῶν μας, ἔχουν μετατραπεῖ σέ ψυχοφθόρες. Αὐτό ὀφείλεται εἰς ἕνα φαινόμενον, τό ὁποῖον καλεῖται ἐκκοσμίκευσις καί δηλώνει, ὅτι οἱ ἄνθρωποι ἐπηρεάζονται εἰς τήν συμπεριφορά τους ἀπό τό πνεῦμα τοῦ κόσμου, ἀπό τό πνεῦμα τῆς ἁμαρτίας. Δέν συμπεριφέρονται σύμφωνα μέ τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, δέν καθοδηγοῦνται ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἀλλά καθοδηγοῦνται καί ἐπηρεάζονται ἀπό τά πνεύματα τῆς πονηρίας καί πάσης ἀκαθαρσίας. Γι᾿ αὐτό καί παρατηρεῖ ὁ ἴδιος Ἅγιος Πατέρας: «Γι᾿ αὐτό γίνεται ἡ ἑορτή, ὄχι γιά νά ἀσχημονοῦμε, ὄχι γιά νά μαζεύουμε ἁμαρτήματα, ἀλλά γιά νά ἐξαφανίζωμεν καί τά ὑπάρχοντα». Εἶναι πολύ σημαντική καί ἀξιοπρόσεκτη καί μιά ἄλλη παρατήρησις τοῦ μεγάλου διδασκάλου μας, ὅτι εἰς κοσμικές ἑορτές (ὅπου ἐπικρατεῖ ἡ ματαιοδοξία, ἡ ἐπίδειξις, ἡ ἀσωτία, ἡ μέθη, ἡ πορνεία καί ἄλλα πάθη) φυσικῶς ὁ πτωχός εὑρίσκεται σέ κατάστασι ἀθυμίας, στενοχωρίας, ἐπειδή δέν ἔχει κι᾿ αὐτός τά ἀπαραίτητα νά ἑορτάσει, ὅπως ἑορτάζουν οἱ ἁμαρτωλοί καί κοσμικοί ἄνθρωποί. Ἐνταῦθα (στίς ἐκκλησιαστικές ἑορτές) οὐδέν τοιοῦτον ὑπάρχει. Ὁ πτωχός δέν στενοχωρεῖται, διότι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἀπολαμβάνουν τήν χρηστότητα καί τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.

3.-. «Τίς ἑορτές δέν τίς κάνει τό πλῆθος τῶν ἀνθρώπων, ἀλλ᾿ ἡ ἀρετή τῶν συναθροιζομένων. Διότι ἡ πιό μεγάλη ἑορτή εἶναι νά ἔχει ὁ ἄνθρωπος καθαρή συνείδησι».

Νά λοιπόν τί χρειαζόμεθα γιά νά ἑορτάσωμεν «ἐν Κυρίῳ». Νά ἔχωμεν καθαρόν συνειδός. Νά στολισθῶμεν μέ ἀρετές. Νά καθαρίσωμεν τήν συνείδησι μας ἀπό τόν ρῦπον τῆς ἁμαρτίας. Αὐτά συνιστοῦν τήν ἑορτή. Οἱ περισσότεροι ὅμως ἄνθρωποι πράττουν τά ἐντελῶς ἀντίθετα. Συγκεντρωνόμεθα σέ μεγάλα καί ἐπιβλητικά πλήθη, χωρίς αὐτό νά εἶναι ἀπό μόνο του κακό καί ἀδιαφοροῦμε γιά τήν πνευματική κατάστασί μας. Ἄς ἑτοιμασθοῦμε λοιπόν γιά νά ἑορτάσωμεν τά Χριστούγεννα στολίζοντες ὄχι μόνο τίς κατοικίες μας, τίς πόλεις καί τήν ἀγορά, ἀλλά κυρίως τίς ψυχές μας μέ ἀρετές, μέ τήν πίστι, μέ τήν ἀγάπη, τήν ἐλπίδα, τήν μακροθυμία, τήν χρηστότητα, τήν πραότητα, τήν ἐγκράτεια, τήν συγγνώμη, τήν ἐλεημοσύνη καί τίς ἄλλες. Κυρίως ὅμως θά πρέπει νά καθαρίσωμεν τήν ψυχή μας μέ τήν ἱερά ἐξομολόγησι. Ἀπό τόν καιρό τοῦ μεγαλοφωνοτάτου τῶν Προφητῶν Ἠσαΐου ὁ Θεός ἀπαιτεῖ ἀπό τούς πιστούς λέγων: «Λουσθεῖτε καί ἐξαγνισθεῖτε, νά μή βλέπουν τά μάτια μου τίς πονηρές σας πράξεις· πάψτε νά κάνετε τό κακό. Μάθετε νά πράττετε τό καλό, τήν δικαιοσύνη ἐπιδιῶξτε, τόν καταπιεσμένο βοηθῆστε· τό δίκαιο ἀποδῶστε στόν ὀρφανό, ὑποστηρῖξτε τήν ὑπόθεσι τῆς χήρας. Καί τότε ἐλᾶτε νά διαλεχθῶμεν». (α´ 16-18).

Ἐπειδή δέ οἱ περισσότεροι περιορίζονται στό νά πᾶνε γιά λίγο στό Ναό νά ἐκκλησιασθοῦν καί δέν ἐνδιαφέρονται γιά τήν κατάστασι τῆς ψυχῆς τους μένουν ἄγευστοι τῆς χαρᾶς τοῦ Κυρίου καί στεροῦνται τῆς γλυκαινούσης τήν ψυχήν χάριτος τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἑορτή ὅμως εἶναι κατ᾿ ἐξοχήν γεγονός πνευματικό «ἀργία πνευματική» καί σ᾿ αὐτό συμμετέχομεν μέ τό πνευματικό μέρος μας, πού εἶναι ἡ ψυχή. Ἄν ἡ ψυχή δέν τραφεῖ καί δέν χαρεῖ, οὔτε καί τό σῶμα μας ἀναπαύεται, παρά τό γεγονός, ὅτι ἔχομεν τόσο πολύ κοπιάσει γι᾿ αὐτό.

4.-. «Ἑορτή εἶναι ἐπίδειξις ἀγαθῶν ἔργων καί εὐλάβεια τῆς ψυχῆς καί ἀκρίβεια χριστιανικῆς πολιτείας».

Τά χαρακτηριστικά τῆς ἑορτῆς σύμφωνα μέ τήν διδαχή αὐτή τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου εἶναι ἡ ἐπίδειξις ἀγαθῶν ἔργων, ἡ εὐλάβεια τῆς ψυχῆς μας καί ὁ χριστιανικός βίος μας. Γι᾿ αὐτό περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλη περίοδο ἄς προσπαθήσουμε νά κάνουμε καλά ἔργα. Καλά δέ ἔργα θεωροῦνται ἡ ἄσκησις τῶν ἀρετῶν, ἡ τήρησις τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, ἡ ὑπακοή στό θεῖο θέλημα, ἡ ἐργασία τῆς ψυχῆς μας. Κι᾿ ἀκόμη ἄς γεμίσωμεν τήν ψυχήν μας μέ σεβασμό πρός τόν Θεόν, μέ προσευχή, μέ πνευματική μελέτη μέ ἱερούς στοχασμούς καί ἔννοιες σεμνές θεοπρεπεῖς. Τέλος ἄς ζήσωμεν, ὅπως ἁρμόζει, ταιριάζει σέ χριστιανούς. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης ὁρίζει, ὅτι «Χριστιανισμός ἐστί μίμησις θείας φύσεως». Ὁ χριστιανός στή ζωή του μιμεῖται, ὀφείλει νά μιμεῖται, τήν Θεία Μακαρία Φύσι, δηλαδή τόν Θεό Πατέρα μας. Ἰδιαιτέρως αὐτό πρέπει νά τό πράττουμε τήν περίοδο τῶν ἑορτῶν.

Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής μᾶς διδάσκει ὅτι : «Ὅλα ὅσα τελοῦνται ἐντός τῆς Ἐκκλησίας (ἄρα καί οἱ ἑορτές) ἔχουν ὑπερφυσικό χαρακτῆρα». Μόνο ὅσοι λαμβάνουν ὑπ᾿ ὄψιν τους αὐτόν τόν πνευματικό καί ὑπερφυσικό χαρακτῆρα τῶν ἑορτῶν τῆς Ἐκκλησίας μας δύνανται νά ἑορτάζουν ἀληθῶς. Ἑορτάσωμεν λοιπόν ἐν Κυρίῳ ἀγαλλόμενοι.