logo


euagel2

pic 2

Ἡ εἰκόνα εἶναι ἁγιογραφημένη τό 1547, ἀπό ἄγνωστο καλλιτέχνη καί εἶναι βασισμένη στό εὐαγγελικό κεί-μενο τοῦ Εὐαγγελιστή Λουκᾶ (Λουκ. α', 26-38), τό ὁποῖο ἀναφέρεται στό γεγονός τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτό-κου.

Ἡ σκηνή περιλαμβάνει δύο βασικά πρόσωπα, τοῦ 'Αρχαγγέλου Γαβριήλ καί τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.

Ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριήλ εἶναι ὁ μαντατοφόρος τοῦ μεγάλου μηνύματος τῆς Σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ-Λόγου.

 Εἶναι αὐτός πού ἔμαθε πρῶτος τό χαρμόσυνο νέο καί χαρούμενος τό μετα-φέρει σ' Ἐκείνη πού ἐπρόκειτο νά γίνει ἡ «Θεομήτωρ».

Ἡ στάση τοῦ 'Αρχαγγέλου δείχνει ζωγραφικά μέ ἄριστο τρόπο, τόσο τό χρόνο πού λαμβάνει χώρα τό γεγονός, ὅσο καί τήν δική του οὐράνια προέ-λευση. Ὁ Ἀρχάγγελος ἔχει μόλις φθάσει στό χῶρο -αὐτή ἀκριβῶς τή στιγμή πατάει τό ἕνα πόδι του- ἐνῶ τό ἔνδυμά του ἀκόμη ἀπό τήν κίνηση ἀνεμίζει. Στό ἀριστερό του χέρι κρατάει σκῆπτρο, σημάδι τῆς διακονίας του ὡς ἀγγε-λιοφόρου κι ἀκόμα ὡς ἔνδειξη τῆς ἐξουσίας πού ἔχει περιβληθεῖ σ' αὐτή τήν ἀποστολή του. Τό δεξί του χέρι ἐκτείνεται πρός τήν κατεύθυνση τῆς Θεοτόκου, σέ χειρονομία πού καταδεί-χνει ὅτι πρός Ἐκείνη ἀπευθύνεται κι ὅτι αὐτό πού τῆς λέει εἶναι ἕνα ἰδιαίτερο

 
    

    καί μοναδικό μήνυμα, πού ἀφορᾶ
         ἀποκλειστικά τό πρόσωπό Της.

Ἡ Θεοτόκος Μαρία εἶναι ἡ ἁγνή κόρη ἡ κεχαριτωμένη, πού σ' ἄλλες εἰκόνες τή βλέπουμε νά στέκεται ὄρθια καί σ' ἄλλες καθισμένη σέ θρονί «sσεμνοπρεπῶς». Ὅταν ἡ Θεοτόκος εἰκονίζεται καθισμένη σέ θρονί, ὁ ἁγιογράφος θέλει νά τονίσει τήν ὑπεροχή Της ἀπέναντι στόν Ἀρχάγ-γελο, ἀφοῦ εἶναι Ἐκείνη πού θ' ἀνα-δειχθεῖ «τιμιωτέρα τῶν Χαρουβίμ καί ἐνδοξοτέρα ἀσυγκρίτως τῶν Σεαρα-φίμ».

Σ' ἄλλες εἰκόνες ὁ ἁγιογράφος τήν ἀπεικονίζει ὄρθια θέλοντας ἔτσι νά τονίσει τήν ἑτοιμότητά Της ν' ἀκούσει τό οὐράνιο μήνυμα καί νά ὑποταχθεῖ σ' αὐτό.

Στό ἀριστερό Της χέρι κρατάει χαλαρά, ἕτοιμο σχεδόν νά πέσει, ἕνα ἀδράχτι, δηλώνοντας ἔτσι τό ξαφνικό καί ἀπροσδόκητο τῆς 'Αρχαγγελι-κῆς ἐπισκέψεως. Τό δεξί Της χέρι προτείνεται συκρατημένα πρός τόν 'Αρ-χάγγελο, γιά νά τοῦ θέσει τήν ἐρώτηση: «Πῶς θά γίνει αὐτό;». Ἡ ἀπάντηση τοῦ 'Αρχαγγέλου (Πνεῦμα Ἁγιο θά ἔρθει ἐπάνω Σου καί δύναμη τοῦ Ὕψιστου Θεοῦ θά Σέ ἐπισκιάσει) δηλώνεται μέ τίς φωτεινές ἀκτῖνεςπού ξε-προβάλλουν ἀπό τό οὐράνιο στερέωμα, μέ κατεύ-θυνση τήν ἅγια κεφαλή Της.

Ὁ ἐσωτερικός χιτώνας τῆς Θεοτόκου εἶναι πράσινος, σύμβολο τοῦ γήινου καί τοῦ χοϊκοῦ τῆς φύσης Της, ἐνῶ τό Μαφόριό Της εἶναι σκοῦρο πορφυρό -χρῶμα πού συμβολίζει τό βασιλικό καί τό οὐράνιο. Μ' αὐτόν τόν τρόπο ἀπεικονίζεται χρωματικά, ἀπό τό ἕνα

 
    

    μέρος ἡ ἀνθρώπινη φύση τῆς,
         Παρθένου κι ἀπό τήν ἄλλη τό
         Πρόσωπο Ἐκείνης, ἡ ὁποία
        ἐπισκιάστηκε ἀπό τή Θεία Χάρη, καί δέν εἶναι τώρα πλέον ἡ Μαριάμ ἀλλά ἡ «Κεχαριτωμένη Κόρη», ἡ «Βασίλισσα τῶν Οὐρανῶν».

Τά κτίρια εἰκονίζονται πίσω ἀπό τή σκηνή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ. Ἡ κατα-κόρυφη τομή τους ἀνοίγει ὀπτικό πεδίο στό θεατή, ὥστε νά παρακολουθήσει λεπτομερῶς ὅσα συμβαίνουν στά ἔνδον τοῦ Παρθενικοῦ καταπετά-σματος. Αὐτό τό καταπέτασμα ἦταν χῶρος κλειστός, ἀφοῦ Ἐκείνη ἦταν «ἡ κεκλεισμένη πύλη», πού ἄνοιξε μέ τό «γένοιτο» γιά νά φέρει στό ἀνθρώπινο γένος τό Σαρκωμένο Θεό - Λόγο, νά ξαναφέρει στή γῆ τόν χαμένο Παρά-δεισο.

Πίσω ἀπό τά κτίρια, ὅπως συνηθίζεται καί σ' ἄλλες εἰκόνες ἀπό τή ζωή τῆς Παναγίας, ξεπροβάλλει ἕνα δέντρο. Μ' αὐτό ὁ ἁγιογράφος θέλει νά πεῖ πώς ἡ Παρθένος -σύμφωνα μέ τήν προφητεία τοῦ Ἠσαία- εἶναι «ἡ ράβδος πού βλάστησε ἀπό τή ρίζα τοῦ Ἱεσσαί» (Ἠσ.11, 1 9).

Ἐπάνω στή σκεπή τοῦ ἀριστεροῦ κτιρίου κρέμεται ἕνα κόκκινο πανί. Αὐτό στήν εἰκόνα ἐδῶ καλύπτει μονάχα τό ἕνα κτίριο. Μ' αὐτό ὁ ἁγιογράφος θέλει νά καταδείξει, πώς ὡς αὐτή τή στιγμή, βρισκόταν σέ ἰσχύ ὁ Νόμος καί ἡ Παλαιά Διαθήκη. 'Αργότερα, σ' ἄλλες εἰκόνες μέ τή ζωή τῆς Θεομήτορος, τό ὕφασμα αὐτό θά ἐπεκταθεῖ καί θά καλύψει καί τό ἄλλο κτίριο. Θά δείχνει δηλαδή τότε ὅτι, ἡ σκηνή πού παριστά-νεται ἐξελίσσεται στήν ἐποχή τῆς Καινῆς Διαθήκης.


 
    

     Ὑπάρχουν βέβαια καί ἄλλες
          εἰκόνες τοῦ Εὐαγγελισμοῦ,
           Βυζαντινῆς ἐποχῆς, πού τό
          κόκκινο ὕφασμα ἐμφανίζεται νά καλύπτει καί τίς δύο ὀροφές. Θέλει ἔτσι ὁ ἁγιογράφος νά φανερώσει ὅτι ἡ σκηνή ἀναφέρεται χρονικά στή στιγμή πού ἡ Θεοτόκος εἶχε ἤδη καταθέσει τή συγκατάθεσή Της στό Θεῖο Θέλημα καί ἑπομένως ἡ ἔνσαρκη παρουσία τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο εἶχε ἤδη συντελεστεῖ