Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ

Τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ Δανιήλ.

 

Συνεχῶς ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται μπροστά στό μυστήριο τοῦ θανάτου του καί τῆς ἐξόδου του ἀπό τήν παροῦσα ζωή. Παράξενο ὅμως σκεπτόμαστε τό θάνατο τῶν ἄλλων ὄχι ὅμως τόν δικό μας. Γιά νά μην σχηματίσωμε ἐσφαλμένη ἀντίληψη γιά τόν θάνατο ἄς μελετοῦμε συχνά τήν χριστιανική ἔννοια τοῦ θανάτου.

 

Α) Ὁ θάνατος εἶναι συνέπεια τῆς παραβάσεως τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ.

Ὁ Θεός ἔπλασε τόν ἄνθρωπο γιά νά μείνει ἀθάνατος «Θάνατον ὁ Θεός οὐκ ἐποίησε» (Σοφία Σολομῶντος α΄ 13). Ἀλλά ὁ διάβολος φθόνησε τόν ἄνθρωπο καί παραπλάνησε τούς Πρωτοπλάστους πείθοντάς τους νά παραβοῦν τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ, διαβεβαιώνοντάς τους ὅτι ὄχι μόνο δέν θά ὑποστοῦν τήν συνέπεια τῆς παραβάσεως ἀλλά καί ὅτι αὐτή θά τούς προσδώσει δόξα καί γνώση θεϊκή. Ἔτσι μέ τήν παρακοή τῶν Πρωτοπλάστων εἰσῆλθε ἡ ἀσθένεια, ὁ πόνος, ἡ θλίψη, ἡ φθορά καί τελικῶς ὁ θάνατος στή ζωή τοῦ ἀνθρώπου. Ἐν συνεχείᾳ ὑπετάγησαν στήν διαδικασία τῆς φθορᾶς καί τοῦ θανάτου τά ὀργανικά καί ἀνόργανα στοιχεῖα. Ὅλη ἡ κτίση ὑπετάγη στήν ματαιότητα καί στήν φθορά

«Τῇ γὰρ ματαιότητι ἡ κτίσις ὑπετάγη, οὐχ ἑκοῦσα, ἀλλὰ διὰ τὸν ὑποτάξαντα, ἐπ᾿ ἐλπίδι ὅτι καὶ αὐτὴ ἡ κτίσις ἐλευθερωθήσεται ἀπὸ τῆς δουλείας τῆς φθορᾶς εἰς τὴν ἐλευθερίαν τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ» (Πρός Ρωμαίους η΄ 20-21).

Β) Ὁ θάνατος εἶναι νέα γέννηση, νέα γέννηση σέ ἀτέλειωτη ζωή. Ἡ ἡμέρα τοῦ θανάτου ὀνομάζεται καί «γενέθλιος ἡμέρα». Οἱ πιστοί μέ τό θάνατο θά εἰσέλθουν στή χαρά τοῦ Κυρίου καί θά συναντηθοῦν μέ ὅλους τούς προσφιλεῖς τους.

Γ) Ὁ θάνατος κατατάσσει τόν ἄνθρωπο στήν τελική του θέση, στήν αἰώνια θέση χωρίς δυνατότητα μεταβολῆς καί τροπῆς. Ὁ ἄνθρωπος πού ἔζησε μέ πίστη, μετέσχε στά ἁγιαστικά τῆς ὑπάρξεως του μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας (Βάπτισμα, Θεία Εὐχαριστία, Χρίσμα, Μετάνοια) ἀγωνίσθηκε νά νεκρώσει τά πάθη του καί νά στολισθεῖ ἀποκτώντας τίς ἀρετές ὅταν πεθάνει τό ἅγιο Πνεῦμα τόν καθιστᾶ ἄξιο καί τέλειο γιά νά κοινωνήσει μέ τόν Θεό, νά μετάσχει στήν ζωή του, νά κληρονομήσει τήν αἰώνια βασιλεία. Αὐτό εἶναι τό νόημα τῆς φράσεως πού ἀναγιγνώσκεται στά Συναξάρια (βιογραφίες) τῶν ἁγίων ὅτι τήν τάδε τοῦ μηνός πού ἐκοιμήθη ὁ ἅγιος διά μαρτυρίου ἤ ἐν εἰρήνῃ ἐτελειώθη.

 

Δ) Ὁ θάνατος ἐλευθερώνει τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν ἁμαρτία ἐφ’ ὅσον «ὁ ἀποθανών δεδικαίωται ἀπό τῆς ἁμαρτίας» (Ρωμαίους στ΄ 7) καί τόν σταθεροποιεῖ στήν παντοτεινή εὐτυχία, γι’ αὐτό τό κατά τόν ἀπόστολο Παῦλο τό «ἀποθανεῖν κέρδος» (Πρός Φιλιππησίους α΄ 21).

 

Ε) Ὁ θάνατος κάνει τόν ἄνθρωπο κοινωνό στά ἀγαθά τῆς Ἀπολυτρώσεως καί ὡς μέλος τοῦ Χριστοῦ θά συμμετάσχει στά ἀγαθά τοῦ Λυτρωτοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἑνωμένος μέ τόν Κύριο μας Ἰησοῦ Χριστό ὑπακούοντας πλήρως στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ἐμπιστευόμενος τίς ἀξιόποινες καί ἀδιάψευστες ὑποσχέσεις τοῦ Θεοῦ θά εἰσέλθει στήν «χαρά τοῦ Κυρίου» (Ματθαίου κε΄ 21) ὅπου «ἡ πανήγυρη τῶν πρωτοτόκων τῶν ἀπογεγραμμένων ἐν οὐρανοῖς» (Πρός Ἑβραίους ια΄ 23) «ἔνθα ἦχος καθαρός ἑορταζόντων καί ὑμνούντων τόν ἐπί πάντων Θεό καί Δεσπότη».

 

 

Δημοσιεύθηκε στήν Ἐφημέριδα Δημοκρατία 5 Δεκεμβρίου 2015