logo


Ὁδός καθάρσεως, φωτισμοῦ καί θεώσεως

τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ Δανιήλ

 

                                                                                                                                          Δημοσιεύθηκε 31.3.2013

 

Τήν δεύτερη Κυριακή τῆς Νηστείας, τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, τιμᾶμε τό μεγάλο θεολόγο Πατέρα τοῦ 14ου αἰῶνα ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ (1269-1359 μ.Χ.), Ἀρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης, τόν διδάσκαλο καί ὑπέρμαχο τοῦ Ἡσυχασμοῦ, πού ὑπερασπίσθηκε τήν ὀρθόδοξη πνευματική παράδοση καί ζωή, ἀντιτασσόμενος στίς ἀπόψεις τοῦ Μοναχοῦ Βαρλαάμ τοῦ Καλαβροῦ.

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς καί ἐκ ὁ ἐκ Καλαβρίας Μοναχός Βαρλαάμ συγκρούσθηκαν γιά τό πρῶτο ἥμισυ τοῦ 14ου μ.Χ. αἰώνα γιά πολύ σημαντικά θεολογικά θέματα.

Στό σύντομο αὐτό σχόλιό μας θά περιορισθοῦμε σέ ὁλίγα γιά ἕνα ἀπό τά ζητήματα τῆς διενέξεως αὐτῆς πού εἶναι γνωστή ὡς Ἡσυχαστικές ἔριδες τῆς διαφορᾶς ἀνάμεσα στήν Θεολογία καί τή Φιλοσοφία.

Ὁ Μοναχός Βαρλαάμ ἐπηρεασμένος ἀπό τόν Ἀριστοτελισμό τῆς ἐποχῆς του (14ος αἰῶνας) κατά τήν ὁποία εἶχε ἀρχίσει νά ἐξαπλοῦται μέγα οὐμανιστικό ρεῦμα πίστευε βαθύτατα στήν ἀξία τῆς κλασσικῆς παιδείας χωρίς βεβαίως νά ἀρνεῖται τήν πίστη στόν Θεό.  Διδάσκοντας φιλοσοφία στήν Κωνσταντινούπολη ὑπεστήριζε, ὅτι μέ τήν σοφία καί τήν γνώση  ὁ ἄνθρωπος δύναται νά ἐπιτύχει τήν ἠθική καθαρότητα του, νά τελειοποιηθεῖ, νά θεωθεῖ. Οὐσιαστικῶς θεωροῦσε, ὅτι ἦταν ἀνωφελής ἡ ἀσκητική ζωή τῶν μοναχῶν, ἡ προσευχή, ἡ ἐγκράτεια, ἡ ἄσκηση τῶν ἀρετῶν καί ὅλος ὁ πνευματικός ἀγῶνας

Δίδασκε ὅτι αὐτά δέν συμβάλουν στήν τελείωση τοῦ ἀνθρώπου. Νόμιζε, ὅτι ἡ πίστη δέν ἦτο ἀρκετή γιά νά ἀπαλλάξει τόν νοῦ τοῦ ἀνθρώπων «ἀγνοίας καί ψευδῶν δοξασμάτων» καί μάλιστα, ἔστω καί ἄν ἔφθανε κανείς στήν πατερική «ἀπάθεια», ἦτο ἀδύνατο νά φθάσει στήν τελειότητα καί ἁγιότητα, ἄν μή «πανταχόθεν τό εἰδέναι συλλέξει μάλιστα ἐκ τῆς καθ’ Ἕλληνας παιδείας». Οἱ ἀπόψεις του βασίζονταν στήν παράδοξη ἀντίληψη, ὅτι ἡ ἀνθρώπινη γνώση εἶναι δῶρο Θεοῦ ὁμότιμο τῆς δι’ ἀποκαλύψεως γνώσεως, πού δόθηκε στούς Προφῆτες καί Ἀποστόλους.  

 

   Ἀντίθετα ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὑποστήριζε, ὅτι ὑπάρχουν δύο σοφίες ἡ μία πού ἱκανοποιεῖ τίς ἀνάγκες τοῦ κοσμικοῦ βίου καί τήν διανοητική περιέργεια καί ἡ ἄλλη πού ὁδηγεῖ στήν σωτηρία. Ἡ διάκριση αὐτή δικαιολογεῖται ἀπό τήν ὕπαρξη διπλῶν δώρων τοῦ Θεοῦ, ἀπό τά ὁποῖα ἄλλα εἶναι φυσικά, πού δίδονται σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους καί ἄλλα ὑπερφυσικά καί πνευματικά πού δίδονται στούς καθαρούς καί στούς ἁγίους.

Ὁ θεοφώτιστος Πατέρας δίδασκε, ὅτι ἡ φιλοσοφία εἰσάγει τόν ἄνθρωπο στήν γνώση τῶν ὄντων καί μάλιστα μερικῶς, ἐπειδή τά πάθη τῆς ἁμαρτίας σκότισαν τό διορατικό τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος φιλοσοφῶν στηρίζεται σέ πιθανολογίες καί εἰκασίες, πού δημιουργοῦν ἀντιφάσεις καί διαφωνίες. Σ’ αὐτό ὀφείλεται τό ὅτι ἡ μία φιλοσοφική θεωρία ἀνατρέπει τήν ἄλλη καί ἡ νεώτερη τήν προηγούμενη. Τό ἔργο τῆς θεολογίας εἶναι τό ὕψιστο τῶν δώρων τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο, πού ἀποκτᾶται μέ τήν ἄσκηση. Ἡ δωρουμένη ἀπό τόν Θεό γνώση καί σοφία εἶναι ἀσυγκρίτως ἀνώτερη ἀπό αὐτή τῆς φιλοσοφίας καί τῆς ἐπιστήμης. Ἡ Θεολογία ἀποκαλύπτει στόν ἄνθρωπο τόν Θεό, τήν ἀνθρώπινη φύση καί τέλος τήν πνευματική κατάστασή του.

* * * * *

Ἡ Ἐκκλησία συνοδικῶς ἀπέρριψε τίς ἀπόψεις τοῦ Βαρλαάμ ἀποδέχτηκε καί ἐπεκύρωσε μέ Συνοδικές Ἀποφάσεις τοῦ 1341, 1347, 1351 τήν διδασκαλία τοῦ θεοφόρου Πατρός πού ἑρμήνευσε ἀπλανῶς τήν πνευματική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως βιώθηκε καί παραδόθηκε ἀπό τούς θεοφόρους Πατέρες μας, ὡς ὁδός καθάρσεως, φωτισμοῦ καί θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου.