logo


ΣΤΡΑΤΕΙΑ ΚΑΙ ΑΘΛΗΣΗ

τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ Δανιήλ

 

 

Ἐκτείνεται ἐνώπιόν μας ἡ περίοδος τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσαρακοστῆς, ἡ ὁποία ἀπό τήν Ὑμνολογία καί τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας καλεῖται εἴτε στάδιο τῶν ἀρετῶν εἴτε περίοδος τῶν πνευματικῶν ἀγώνων. Οἱ πιστοί καλοῦνται νά ἀγωνισθοῦν στά πνευματικά ἀγωνίσματα πού εἶναι ἡ κατόρθωση τῶν ἀρετῶν μέ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ.

   Θεωροῦμε κατάλληλο καί ἐπίκαιρο νά ἐπισημάνουμε, ὅτι ὁ ἀπόστολος Παῦλος χαρακτηρίζει αὐτόν τόν πνευματικό ἀγώνα εἴτε στρατεία εἴτε ἄθληση γράφοντας στόν ἀγαπημένο μαθητή του ἀπόστολο Τιμόθεο, ὅτι «οὐδεὶς στρατευόμενος ἐμπλέκεται ταῖς τοῦ βίου πραγματείαις, ἵνα τῷ στρατολογήσαντι ἀρέσ. ἐὰν δὲ καἀθλῇ τις, οὐ στεφανοῦται, ἐὰν μὴ νομίμως ἀθλήσ» (Πρός Τιμόθεον Β΄ β΄ 4-5).

   Δηλαδή : «Κανείς στρατευμένος δέν μπλέκεται στίς ὑποθέσεις τῆς καθημερινῆς ζωῆς, ἄν θέλει νά εἶναι συ­νεπής ἀπέναντι σ’ ἐκεῖνον πού τόν στρατολόγησε. Κι ὅταν κάποιος μετέχει σέ ἀθλητικούς ἀγῶνες, δέν παίρνει τό στεφάνι τῆς νίκης, ἄν δέν ἀγωνιστεῖ σύμφωνα μέ τούς κανόνες ».

Θά ἐξετάσουμε αὐτές τίς δύο ἔννοιες μέ τό φῶς τῆς διδασκαλίας τῆς θεοπνεύστου ἁγίας Γραφῆς.

Α΄. Στρατιώτης Ἰησοῦ Χριστοῦ.

1. Ὁ Χριστιανός χαρακτηρίζεται πνευματικός στρατιώτης πού εἶναι ὑποχρεωμένος νά ἀντιμάχεται ἐναντίον τῶν πνευματικῶν ἐχθρῶν του.

α΄. Ὁ ἀγώνας αὐτός τοῦ πιστοῦ, πού λέγεται καί ἀόρατος πνευματικός πόλεμος, διεξάγεται πνευματικά καί διαφέρει ἀπό τούς ἄλλους ἀγῶνες, ὅπως φαίνεται ἀπό τά χαρακτηριστικά του.

β΄. Ὁ πνευματικός ἀγώνας ἀπαιτεῖ ἀπό τόν πιστό ἀφοσίωση, ἐπαγρύπνηση καί συνέπεια. Ἡ ἐνασχόληση μέ βιοτικές μέριμνες τόν δυσκολεύουν στήν πνευματική του ζωή. Γι’ αὐτό ὁ Κύριος συνιστοῦσε στούς μαθητές Του νά μήν ἀπορροφῶνται ἀπό τίς βιοτικές μέριμνες πού προκαλοῦν καί σύγχυση καί κόπωση καί ζάλη στόν ἀγωνιζόμενο. 

«Προσέχετε δἑαυτοῖς μήποτε βαρηθῶσιν ὑμῶν αἱ καρδίαι ἐν κραιπάλῃ καὶ μέθῃ καὶ μερίμναις βιωτικαῖς, καὶ αἰφνίδιος ἐφ' ὑμᾶς ἐπιστἡμέρα ἐκείνη » (Λουκᾶ κα΄ 34)

Δηλαδή: «Προσέξτε καλά τούς ἑαυτούς σας. Μήν παραδοθεῖτε στήν κραιπάλη καί στή μέθη καί στίς βιοτικές ἀνάγκες, καί σᾶς αἰφνιδιάσει ἡ ἡμέρα ἐκείνη ».

γ΄. Ἀντίπαλος τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ Διάβολος, πού πολεμεῖ τόν ἄνθρωπο ἀκατάπαυστα μέ ἐπιμονή καί πονηρές μεθόδους μέ σκοπό στερούμενος τό θεῖο φωτισμό ὁ ἄνθρωπος νά παρασυρθεῖ καί νά διαπράξει τήν ἁμαρτία, ἡ ὁποία ἐκδηλώνεται πολυειδῶς καί πολυτρόπως μέ τά πάθη. Γι’ αὐτό ὁ ἀπόστολος Παῦλος συμβουλεύει τούς πιστούς, ὅτι γιά νά ἀντισταθοῦν στίς πανοῦργες μεθοδεύσεις τοῦ Διαβόλου πρέπει νά δυναμωθοῦν μέ τήν πανίσχυρη δύναμη τοῦ Κυρίου πού εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καί νά ὁπλισθοῦν μέ τά πνευματικά ὅπλα, πού εἶναι οἱ ἀρετές.  

«Τὸ λοιπόν, ἀδελφοί μου, ἐνδυναμοῦσθε ἐν Κυρίῳ καἐν τῷ κράτει τῆς ἰσχύος αὐτοῦ.  ἐνδύσασθε τὴν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸ δύνασθαι ὑμᾶς στῆναι πρὸς τὰς μεθοδείας τοῦ διαβόλου· ὅτι οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρὸς αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ πρὸς τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις» (Πρός Ἐφεσίους στ΄ 10-12).

Δηλαδή: «Τέλος πάρτε δύναμη πό τόν σχυρό Κύριο. Ντυθεῖτε μέ τήν πανοπλία πού δίνει Θεός, γιά νά μπορέσετε ν’ ντιμετωπίσετε τά τεχνάσματα το διαβόλου. Γιατί δέν χουμε νά παλέψουμε μέ νθρώπους λλά μέ ρχές καί ξουσίες, δηλαδή μέ τούς κυρίαρχους τοῦ σκοτεινο τούτου κόσμου, τά πονηρά πνεύματα πού βρίσκονται νάμεσα στή γ καί στόν ορανό».

 

δ΄. Ἡ ἁμαρτία ἐκδηλώνεται μέ τά πάθη πού ἐνεργοῦν στόν ἄνθρωπο ἐξουσιάζοντας τήν θέλησή του. Οἱ ἔμπειροι διδάσκαλοι τῆς πνευματικῆς ζωῆς καί τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα κατατάσσουν τίς ποικίλες ἁμαρτωλές συμπεριφορές σέ ὁμάδες, στίς ὁποῖες ἔδωσαν τό  ὄνομα τοῦ πάθους πού ἐνεργεῖ. Ἔτσι τά πάθη πού ὁδηγοῦν στήν ἁμαρτίας εἶναι ὁ ἐγωϊσμός, ὁ φθόνος, ὁ φόνος, ἡ πορνεία, ἡ πλεονεξία, τό ψεῦδος, ἡ γαστριμαργία-λαιμαργία, ἡ ἀκηδία μέ ὅλες τίς ἐκφάνσεις τους ὅπως π.χ. ὁ ἐγωϊσμός ἐκδηλώνεται ὡς ὑπερηφάνεια, κενοδοξία, ματαιοδοξία, ἀρχομανία, ὕβρι, κ.λπ.     

   Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀναφέρεται σ’ αὐτή τήν πνευματική ἐξουσία πού δρᾶ μέσα στόν ἄνθρωπο καί ἀντιστρατεύεται τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο ἐκφράζεται μέ τίς ἐντολές Του καί αἰχμαλωτίζει τήν θέληση τοῦ ἀνθρώπου ἀναγκάζοντάς τον νά παραβεῖ τίς ἅγιες ἐντολές.  

«Βλέπω δὲ ἕτερον νόμον ἐν τοῖς μέλεσί μου ἀντιστρατευόμενον τῷ νόμῳ τοῦ νοός μου καὶ αἰχμαλωτίζοντά με ἐν τῷ νόμῳ τῆς ἁμαρτίας τῷ ὄντι ἐν τοῖς μέλεσί μου» (Πρός Ρωμαίους ζ΄ 23). 

Δηλαδή : «Διαπιστώνω μως πώς πράξη μου κολουθε ναν λλο νόμο, πού ντιστρατεύεται τό νόμο μέ τόν ποο συμφωνε συνείδησή μου: εναι νόμος τς μαρτίας πού κυριαρχε στήν παρξή μου καί μέ κάνει αχμάλωτό της».

 

ε΄. Οἱ ἐπιθέσεις τῆς ἁμαρτίας διά τῶν παθῶν δέν ἀντιμετωπίζονται μέ ὅπλα κοσμικά, ἔστω κι’ ἄν ὁ χριστιανός ζεῖ μέσα στόν κόσμο παρά μόνο μέ ὅπλα πνευματικά, ὅπως  διδάσκει ὁ ἀγωνιστής τοῦ χριστιανικοῦ στίβου ἀπόστολος Παῦλος:

«Τὰ γὰρ ὅπλα τῆς στρατείας ἡμῶν οὐ σαρκικὰ, ἀλλὰ δυνατὰ τῷ Θεῷ πρὸς καθαίρεσιν ὀχυρωμάτων ».

Δηλαδή : «Τά πλα μέ τά ποῖα πολεμμε μες δέν εναι κοσμικά, λλά χουν τή δύναμη πό τόν Θεό νά γκρεμίζουν χυρά. Μέ ατά νατρέπουμε ψεύτικους σχυρισμούς».

«Ἐν σαρκὶ γὰρ περιπατοῦντες οὐ κατὰ σάρκα στρατευόμεθα » (Πρός Κορινθίους Β΄ ι΄ 3).

Δηλαδή : «Γιατί μπορε νά ζομε μέσα στόν κόσμο, δέν πολεμμε μως μέ πλα κοσμικά».

 

στ΄. Παράδειγμα ἀποκρούσεως τῶν πειρασμῶν τοῦ Διαβόλου ἀποτελεῖ ὁ Ἴδιος ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός πού δέν ὑπέκυψε στούς τρεῖς πειρασμούς μέ τούς ὁποίους ἐπιτέθηκε ἐναντίον Του ὁ Διάβολος (Λουκᾶ δ΄, 1-12). Ὁ Διάβολος ὑποχωρεῖ ὅταν εὑρεθεῖ μπροστά στήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Ἡ μεθοδία του ἀποσκοπεῖ στό νά πείσει τόν ἄνθρωπο νά παραβεῖ τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ὅμως διαπιστώσει, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὀχυρωμένος καί ἀποφασισμένος νά τηρήσει τήν ἐντολή ὑποχωρεῖ.

Ὁ ἀπόστολος Ἰάκωβος ὁ ἀδελφόθεος συμβουλεύει τούς μαθητές τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ:

«ντστητε τ διαβλ, κα φεξεται φ' μν» (Ἰακώβου δ΄ 7).

Δηλαδή : «Ἀντισταθεῖτε στό διάβολο, κι αὐτός θά φύγει μακριά σας».

 

ζ΄. Ἡ πάλη εἶναι συνεχής καί ἀδιάκοπη μέχρι τελευταίας ἀναπνοῆς τοῦ ἀνθρώπου. Γι’ αὐτό γιά νά διασφαλισθοῦν οἱ συνέπειες μιᾶς νίκης ἀπαιτεῖται ἰδιαίτερη προσοχή καί ἐπαγρύπνηση, διότι πολύ εὔκολα δυναμώνουν τά πάθη μετά ἀπό μιά ἀτελῆ διόρθωση, ὅπως ἐπεσήμανε ὁ Κύριός μας :

«Ὅταν δὲ τἀκάθαρτον πνεῦμα ἐξέλθἀπὸ τοἀνθρώπου, διέρχεται δι' ἀνύδρων τόπων ζητοῦν ἀνάπαυσιν, καὶ οὐχ εὑρίσκει. τότε λέγει· εἰς τὸν οἶκόν μου ἐπιστρέψω ὅθεν ἐξῆλθον· καἐλθὸν εὑρίσκει σχολάζοντα καὶ σεσαρωμένον καὶ κεκοσμημένον. τότε πορεύεται καὶ παραλαμβάνει μεθ' ἑαυτοἑπτἕτερα πνεύματα πονηρότερα ἑαυτοῦ, καὶ εἰσελθόντα κατοικεἐκεῖ· καὶ γίνεται τἔσχατα τοἀνθρώπου ἐκείνου χείρονα τῶν πρώτων. οὕτως ἔσται καὶ τῇ γενεᾷ τῇ πονηρᾷ ταύτ » (Ματθαίου ιβ΄ 43-45, πρβλ. Λουκᾶ ια΄ 24-26).  

Δηλαδή : «ταν τό δαιμονικό πνεμα βγε πό τόν νθρωπο, περνάει πό ξερούς τόπους, ψάχνοντας νά βρε κάπου νά ξεκουραστε, μά δέ βρίσκει. Τότε λέει: “θά γυρίσω ξανά στήν κατοικία μου, κε π’ που φυγα”. ρχεται καί τή βρίσκει δειανή, σκουπισμένη καί στολισμένη. Τότε πηγαίνει καί παίρνει μαζί του λλα πτά πνεύματα, πιό πονηρά κι πό τό διο, καί μπαίνουν καί κατοικον κε. Καί γίνεται τελευταία κατάσταση το νθρώπου κείνου χειρότερη πό τήν προηγούμενη. τσι θά γίνει καί μ’ ατήν δ τήν πονηρή γενιά».

                                                               * * * * *

 

 

«Τό στάδιο τῶν ἀρετῶν ἠνέῳκται· οἱ βουλόμενοι ἀθλῆσαι εἰσέλθετε, ἀναζωσάμενοι τόν καλόν τῆς Νηστείας ἀγῶνα· οἱ γάρ νομίμως ἀθλοῦντες, δικαίως στεφανοῦνται· καί ἀναλαβόντες τήν πανοπλίαν τοῦ Σταυροῦ, τῷ ἐχθρῷ ἀντιμαχησώμεθα, ὡς τεῖχος ἄῤῥηκτον κατέχοντες τήν Πίστιν, καί ὡς θώρακα τήν προσευχήν, καί περικεφαλαίαν τήν ἐλεημοσύνην· ἀντί μαχαίρας τήν νηστείαν, ἥτις ἐκτέμνει ἀπό καρδίας πᾶσαν κακίαν. Ὁ ποιῶν ταῦτα, τόν ἀληθινόν κομίζεται στέφανον, παρά τοῦ Παμβασιλέως Χριστοῦ, ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῆς Κρίσεως» (Ἰδιόμελον τῶν Αἴνων τοῦ Ὄρθρου τῆς Κυριακῆς τῆς Τυρινῆς).

2. Ὡς στρατιώτης τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ὁ πιστός καλεῖται νά ἐνδυθεῖ τήν πνευματική του πανοπλία γιά νά ἀποκρούσει τίς ἐπιθέσεις τοῦ Πονηροῦ, τῆς ἁμαρτίας καί πάσης κακίας.

Κατά τόν ἀπόστολο Παῦλο τά πνευματικά ὅπλα του εἶναι οἱ ἀρετές, ἡ ἀλήθεια, ἡ εἰρήνη, ἡ δικαιοσύνη, ἡ πίστη, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ πού προτρέπει τούς πιστούς: 

«Διὰ τοῦτο ἀναλάβετε τὴν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ, ἵνα δυνηθῆτε ἀντιστῆναι ἐν τἡμέρᾳ τῇ πονηρᾷ καἅπαντα κατεργασάμενοι στῆναι.  στῆτε οὖν περιζωσάμενοι τὴν ὀσφὺν ὑμῶν ἐν ἀληθείᾳ, καἐνδυσάμενοι τὸν θώρακα τῆς δικαιοσύνης, καὑποδησάμενοι τοὺς πόδας ἐν ἑτοιμασίᾳ τοῦ εὐαγγελίου τῆς εἰρήνης, ἐν πᾶσιν ἀναλαβόντες τὸν θυρεὸν τῆς πίστεως, ἐν ᾧ δυνήσεσθε πάντα τὰ βέλη τοῦ πονηροῦ τὰ πεπυρωμένα σβέσαι· καὶ τὴν περικεφαλαίαν τοῦ σωτηρίου δέξασθε, καὶ τὴν μάχαιραν τοῦ Πνεύματος, ἐστι ῥῆμα Θεο » (Πρός Ἐφεσίους στ΄ 13-17).

Δηλαδή : «Γι’ ατό φορέστε τήν πανοπλία το Θεο, στε νά μπορέσετε νά προβάλετε ντίσταση, ταν ρθει ρα τς σατανικς πίθεσης. Λάβετε κάθε παραίτητο μέτρο γιά νά μείνετε ς τό τέλος σταθεροί στή θέση σας. Σταθεῖτε, λοιπόν, σέ θέση μάχης· ζωστετε τήν λήθεια σάν ζώνη στή μέση σας· φορέστε σάν θώρακα τή δικαιοσύνη. Γιά ποδήματα στά πόδια σας βάλτε τήν τοιμότητα νά διακηρύξετε τό χαρούμενο γγελμα τς ερήνης. Ἐκτός π’ λα ατά, κραττε πάντα τήν πίστη σάν σπίδα, πάνω στήν ποία θά μπορέσετε νά σβήσετε τό φλογισμένα βέλη το πονηρο. Ἡ σωτηρία ς εναι περικεφαλαία σας, καί λόγος το Θεο μάχαιρα πού σς δίνει τό Πνεμα».

«Ἔφθασε καιρός, ἡ τῶν πνευματικῶν ἀγώνων ἀρχή, ἡ κατά τῶν δαιμόνων νίκη, ἡ πάνοπλος ἐγκράτεια, ἡ τῶν Ἀγγέλων εὐπρέπεια, ἡ πρός Θεόν παῤῥησία· δι’ αὐτῆς γάρ Μωϋσῆς, γέγονε τῷ Κτίστῃ συνόμιλος, καί φωνήν ἀοράτως, ἐν ταῖς ἀκοαῖς ὑπεδέξατο. Κύριε, δι’ αὐτῆς ἀξίωσον καί ἡμᾶς, προσκυνῆσαι σου τά πάθη καί τήν ἁγίαν Ἀνάστασιν, ὡς φιλάνθρωπος» (Δοξαστικό τοῦ Ὄρθρου τῆς Κυριακῆς τῆς Τυρινῆς).

* * * * *

3. Οἱ ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες παγιδεύουν τόν πιστό στήν ἁμαρτία καί ἐπιτίθενται κατά τῆς ἀθάνατης ψυχῆς. Γι’ αὐτό ὁ πιστός ὀφείλει νά ἀπέχει ἀπ’ αὐτές.

 «Ἀγαπητοί, παρακαλὡς παροίκους καὶ παρεπιδήμους, ἀπέχεσθαι τῶν σαρκικῶν ἐπιθυμιῶν, αἵτινες στρατεύονται κατὰ τῆς ψυχῆς » (Α΄ Πέτρου  β΄ 11).

Δηλαδή : «γαπητοί μου, σάν περαστικοί καί πρόσκαιροι πού εἶστε, σᾶς πα­ρακαλῶ, ἀποφεύγετε τίς ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες, πού ἀντιμάχονται τή νέα σας ζωή».

«Τόν τῆς Νηστείας καιρόν, φαιδρῶς ἀπαρξώμεθα, πρός ἀγῶνας πνευματικούς ἑαυτούς ὑποβάλλοντες· ἁγνίσωμεν τήν ψυχήν, τήν σάρκα καθάρωμεν· νηστεύσωμεν ὥσπερ ἐν τοῖς βρώμασιν ἐκ παντός πάθους, τάς ἀρετάς τρυφῶντες τοῦ Πνεύματος· ἐν αἷς διατελοῦντες πόθῳ, ἀξιωθείημεν πάντες, κατιδεῖν τό πάνσεπτον Πάθος Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, καί τό ἅγιον Πάσχα, πνευματικῶς ἐναγελλιώμενοι» (Στιχηρό τοῦ Κατανυκτικοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Κυριακῆς τῆς Τυρινῆς)

* * * * *

 

Β΄.  Ἡ πνευματική ἄθληση.

 Ἡ ἄσκηση ἤ ἡ πνευματική γυμνασία ἀποδεικνύει αὐτόν πού εἶναι κατάλληλος γιά νά λάβει πνευματικό βραβεῖο, πού εἶναι ἡ εἴσοδος στήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Σέ ἕνα λόγο Του ὁ Κύριος χαρακτήρισε βιαστές ὅσους ἀγωνίζονται στόν πνευματικό στῖβο, διότι μέ τόν ἀγώνα τους ἐπιδιώκουν νά κάμψουν καί νά μεταβάλουν σέ ἀνενεργῆ τήν ροπή τοῦ ἀνθρώπου πρός τήν ἁμαρτία, ἁρπάζουν τήν βασιλεία τῶν οὐρανῶν (Ματθαίου ισ΄ 12).

Ὁ ἀπόστολος Παῦλος διακρίνει τήν σωματική γυμνασία ἀπό τήν πνευματική γυμνασία. Καί οἱ δύο ἀπαραιτήτως ἀπαιτοῦν τήν ἐγκράτεια.

 «Οὐκ οἴδατε ὅτι οἐν σταδίῳ τρέχοντες πάντες μὲν τρέχουσιν, εἷς δὲ λαμβάνει τὸ βραβεῖον; οὕτω τρέχετε, ἵνα καταλάβητε. πᾶς δἀγωνιζόμενος πάντα ἐγκρατεύεται, ἐκεῖνοι μὲν οὖν ἵνα φθαρτὸν στέφανον λάβωσιν, ἡμεῖς δἄφθαρτον, ἐγὼ τοίνυν οὕτω τρέχω, ὡς οὐκ ἀδήλως, οὕτω πυκτεύω, ὡς οὐκ ἀέρα δέρων, ἀλλ' ὑπωπιάζω μου τὸ σῶμα καὶ δουλαγωγῶ, μήπως ἄλλοις κηρύξας αὐτὸς ἀδόκιμος γένωμαι» (Πρός Κορινθίους Α΄ θ΄ , 24-27).

Δηλαδή : «Δέν ξέρετε τι ο δρομες στό στάδιο τρέχουν λοι, νας μως παίρνει τό βραβεο; Τρέχετε, λοιπόν, κι σες τσι στε νά κατακτήσετε τό βραβεο. Οἱ θλητές πού τοιμάζονται γιά τόν γώνα, ποβάλλονται σέ κάθε εδους ποχή· γιά νά λάβουν, κενοι να στεφάνι πού μαραίνεται, μες μως να μάραντο. Ἐγώ, λοιπόν, τσι τρέχω, μέ τά μάτια στυλωμένα στό τέρμα· τσι πυγμαχ, χι σάν κάποιον πού δίνει γροθιές στόν έρα. Ἀλλά μέ σκληρές σκήσεις ταλαιπωρ τό σμα μου καί τό ποδουλώνω, πό φόβο μήπως, ν θά χω κηρύξει στούς λλους, γώ διος κριθ κατάλληλος ».

«Ἐγκρατείᾳ τήν σάρκα, ταπεινῶσαι πάντες σπουδάσωμεν, τό θεῖον ὑπερχόμενοι στάδιον, τῆς ἀμώμου Νηστείας, καί εὐχαῖς καί δάκρυσι, Κύριον τόν σώζοντα ἡμᾶς ἐκζητήσωμεν, καί λήθην τῆς κακίας παντελῆ ποιήσωμεν βοῶντες· Ἡμάρτομέν σοι, σῶσον, ὡς πάλαι Νινευΐτας, Χριστέ Βασιλεῦ, καί κοινωνούς ἡμᾶς, οὐρανίου Βασιλείας ποίησον εὔσπλαγχνε» (Στιχηρό τοῦ Κατανυκτικοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Κυριακῆς τῆς Τυρινῆς).

 

Μέ τήν ἐγκράτεια ὁ πιστός ἐλευθερώνει τήν θέλησή του ἀπό τήν δύναμη τῆς ἁμαρτίας καί τῶν παθῶν καί τήν ὑποτάσσει στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὁ πιστός ἐγκρατεύεται καί ἀσκεῖται γιά νά ταυτίσει τήν θέλησή του μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅπως παρατηρεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος:

«Ἀνθρώπινον λέγω διὰ τὴν ἀσθένειαν τῆς σαρκὸς ὑμῶν· ὥσπερ γὰρ παρεστήσατε τὰ μέλη ὑμῶν δοῦλα τἀκαθαρσίᾳ καὶ τἀνομίᾳ εἰς τὴν ἀνομίαν, οὕτω νῦν παραστήσατε τὰ μέλη ὑμῶν δοῦλα τῇ δικαιοσύνῃ εἰς ἁγιασμόν. ὅτε γὰρ δοῦλοι ἦτε τῆς ἁμαρτίας ἐλεύθεροι ἦτε τῇ δικαιοσύνῃ. τίνα οὖν καρπὸν εἴχετε τότε ἐφ' οἷς νῦν ἐπαισχύνεσθε; τὸ γὰρ τέλος ἐκείνων θάνατος. νυνὶ δἐλευθερωθέντες ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας δουλωθέντες δὲ τῷ Θεἔχετε τὸν καρπὸν ὑμῶν εἰς ἁγιασμόν, τὸ δὲ τέλος ζωὴν αἰώνιον » (Πρός Ρωμαίους στ΄ 19-22).  

Δηλαδή : «Χρησιμοποιῶ τήν νθρώπινη εκόνα τς δουλείας, γιατί δέν μπορετε λλιώτικα νά μέ καταλάβετε. Παλιότερα εχατε ποδουλώσει λο τό εναι σας σέ πάθη καί πράξεις ντίθετες στό θεϊκό θέλημα, μέ ποτέλεσμα νά ζετε ντίθετα πρός τίς ντολές το Θεο. τσι πρέπει καί τώρα νά ποδουλώσετε λο τό εναι σας στό θεϊκό θέλημα, γιά νά βρεθετε κοντά στό Θεό. Μήν ξεχντε πώς, σον καιρό σασταν πόδουλοι στήν μαρτία, σασταν μακριά πό τό θέλημα το Θεο. Ποιό ταν τό κέρδος σας πό τή διαγωγή σας κείνη; Ντρέπεστε τώρα γι’ ατή, γιατί δηγοσε τελικά στό θάνατο. Τώρα μως εστε λεύθεροι πιά πό τήν μαρτία κι νήκετε στό Θεό. Καρπός τς καινούριας ζως σας εναι γιοσύνη, καί τό τέλος τς πορείας σας εναι αώνια ζωή».

«Ἔλαμψε ἡ χάρις σου Κύριε, ἔλαμψεν ὁ φωτισμός τῶν ψυχῶν ἡμῶν· ἰδού καιρός εὐπρόσδεκτος, ἰδού καιρός μετανοίας· ἀποθώμεθα τά ἔργα τοῦ σκότους, καί ἐνδυσώμεθα τά ὅπλα τοῦ φωτός· ὅπως διαπλεύσαντες τό τῆς Νηστείας μέγα πέλαγος, εἰς τήν τριήμερον Ἀνάστασιν καταντήσωμεν, τοῦ Κυρίου καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ σώζοντος τάς ψυχάς ἡμῶν» (Ἰδιόμελον τοῦ δ΄ ἤχου τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Κυριακῆς τῆς Τυρινῆς).  

* * * * *

Γ΄. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος παράδειγμα ἀθλήσεως.

α΄ Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀποτελεῖ παράδειγμα πνευματικῆς ἀθλήσεως καί ἐγκρατείας λέγοντας ὅτι :

«Ἀλλ' ὑπωπιάζω μου τὸ σῶμα καὶ δουλαγωγῶ, μήπως ἄλλοις κηρύξας αὐτὸς ἀδόκιμος γένωμαι» (Πρός Κορινθίους Α΄ θ΄ 29).

Δηλαδή: «Ἀλλά μέ σκληρές σκήσεις ταλαιπωρ τό σμα μου καί τό ποδουλώνω, πό φόβο μήπως, ν θά χω κηρύξει στούς λλους, γώ διος κριθ κατάλληλος».

   Γι’ αὐτό ὡς διδάσκαλος καί ἀθλητής τοῦ χριστιανικοῦ βίου στό τέλος τοῦ ἀγώνα του ὁμολογεῖ:

 «Τὸν καλὸν ἀγῶνα ἠγώνισμαι, τὸν δρόμον τετέλεκα, τὴν πίστιν τετήρηκα·  λοιπὸν ἀπόκειταί μοι ὁ τῆς δικαιοσύνης στέφανος, ὃν ἀποδώσει μοι ὁ Κύριος ἐν ἐκείνῃ τἡμέρᾳ, ὁ δίκαιος κριτής, οὐ μόνον δἐμοὶ, ἀλλὰ καὶ πᾶσι τοῖς ἠγαπηκόσι τὴν ἐπιφάνειαν αὐτο » (Πρός Τιμόθεον δ΄ 7-8).

        Δηλαδή : «Ἀγωνίστηκα τόν ὡραῖο ἀγώνα, ἔτρεξα τό δρόμο ὡς τό τέλος, φύλαξα τήν πίστη. Τώρα πιά μέ περιμένει τό στεφάνι τῆς δικαιοσύνης, πού μ’ αὐτό θά μέ ἀνταμείψει ὁ Κύριος ἐκείνη τήν ἡμέρα, ὁ δίκαιος κριτής. Κι ὄχι μόνο ἐμένα, ἀλλά κι ὅλους ἐκείνους πού περιμένουν μέ ἀγάπη τόν ἐρχομό Του».

 

Ἐξομολογεῖται ὁ ἴδιος:

        «Ἐν κόποις περισσοτέρως, ἐν πληγαῖς ὑπερβαλλόντως, ἐν φυλακαῖς περισσοτέρως, ἐν θανάτοις πολλάκις· ὑπἸουδαίων πεντάκις τεσσαράκοντα παρὰ μίαν ἔλαβον, τρὶς ἐραβδίσθην, ἅπαξ ἐλιθάσθην, τρὶς ἐναυάγησα, νυχθήμερον ἐν τῷ βυθῷ πεποίηκα· ὁδοιπορίαις πολλάκις, κινδύνοις ποταμῶν, κινδύνοις λῃστῶν, κινδύνοις ἐκ γένους, κινδύνοις ἐξ ἐθνῶν, κινδύνοις ἐν πόλει, κινδύνοις ἐν ἐρημίᾳ, κινδύνοις ἐν θαλάσσῃ, κινδύνοις ἐν ψευδαδέλφοις· ἐν κόπῳ καὶ μόχθῳ, ἐν ἀγρυπνίαις πολλάκις, ἐν λιμῷ καὶ δίψει, ἐν νηστείαις πολλάκις, ἐν ψύχει καὶ γυμνότητι· χωρὶς τῶν παρεκτὸς ἐπίστασίς μου ἡ καθ' ἡμέραν, ἡ μέριμνα πασῶν τῶν ἐκκλησιῶν. Τίς ἀσθενεῖ, καὶ οὐκ ἀσθενῶ; τίς σκανδαλίζεται, καὶ οὐκ ἐγὼ πυροῦμαι;  εἰ καυχᾶσθαι δεῖ, τὰ τῆς ἀσθενείας μου καυχήσομαι.  Ὁ Θεὸς καὶ πατὴρ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ οἶδεν, ὢν εὐλογητὸς εἰς τοὺς αἰῶνας, ὅτι οὐ ψεύδομαι.  ἐν Δαμασκἐθνάρχης Ἀρέτα τοῦ βασιλέως ἐφρούρει τὴν Δαμασκηνῶν πόλιν πιάσαι με θέλων,  καὶ διὰ θυρίδος ἐν σαργάνἐχαλάσθην διὰ τοῦ τείχους καἐξέφυγον τὰς χεῖρας αὐτο» (Πρός Κορινθίους Β΄ ια΄ 23-52).

   Δηλαδή: «Μόχθησα πιό πολύ π’ ατούς, φυλακίστηκα περισσότερες φορές, μέ χτύπησαν μέ φάνταστη γριότητα, κινδύνεψα πολλές φορές νά θανατωθ. Πέντε φορές μαστιγώθηκα πό ουδαίους μέ τά τριάντα ννιά μαστιγώματα. Τρεῖς φορές μέ τιμώρησαν μέ ραβδισμούς, μία φορά μέ λιθοβόλησαν, τρες φορές ναυάγησα, να μερόνυχτο μεινα ναυαγός στό πέλαγος. Ἔκανα πολλές κοπιαστικές δοιπορίες, διάβηκα πικίνδυνα ποτάμια, κινδύνεψα πό ληστές, κινδύνεψα πό τούς μογενες μου ουδαίους, κινδύνεψα πό τούς θνικούς πέρασα κινδύνους σέ πόλεις, κινδύνους σέ ρημιές, κινδύνους στά θάλασσα, κινδύνεψα πό νθρώπους πού ποκρίνονταν τούς δελφούς. Κόπιασα καί μόχθησα πολύ, ξαγρύπνησα πολλές φορές, πείνασα, δίψασα, πολλές φορές μου λειψε ντελς τό φαγητό, ξεπαγίαζα καί δέν εχα ροχα νά φορέσω. Ἐκτός πό τά λλα εχα καί τήν καθημερινή πίεση τν χθρν μου καί τή φροντίδα γιά λες τίς κκλησίες. Ποιανοῦ πίστη σθενε καί δέν σθεν κι γώ; Ποιός ποκύπτει στόν πειρασμό καί δέν ποφέρω κι γώ; Ἄν πρέπει νά καυχηθ, θά καυχηθ γιά τά παθήματά μου. Ὁ Θεός καί Πατέρας το Κυρίου ησο Χριστος εναι ελογημένο τό νομά του στούς αἰῶνες — ξέρει τι δέ λέω ψέματα. Στή Δαμασκό, διοικητής - κπρόσωπος το βασιλι ρέτα βαλε φρουρούς σέ λη τήν πόλη γιά νά μέ συλλάβει. Μέσα μως πό να νοιγμα το τείχους μέ κατέβασαν μέ καλάθι καί ξέφυγα πό τά χέρια του ».

 

        β΄. Γιά τόν πνευματικό ἀγώνα ὁ πιστός χρειάζεται νά διαθέτει καί ἡρωϊσμό καί αὐτοθυσία καί ἀγάπη κυρίως ὅμως νά κοσμεῖται μέ ὑπομονή καί καρτερία, θάρρος καί ἐμπιστοσύνη στόν Θεό.  

 «Ἀναμιμνήσκεσθε δὲ τὰς πρότερον ἡμέρας, ἐν αἷς φωτισθέντες πολλὴν ἄθλησιν ὑπεμείνατε παθημάτων, τοῦτο μὲν ὀνειδισμοῖς τε καὶ θλίψεσι θεατριζόμενοι, τοῦτο δὲ κοινωνοὶ τῶν οὕτως ἀναστρεφομένων γενηθέντες. καὶ γὰρ τοῖς δεσμοῖς μου συνεπαθήσατε καὶ τὴν ἁρπαγὴν τῶν ὑπαρχόντων ὑμῶν μετὰ χαρᾶς προσεδέξασθε, γινώσκοντες ἔχειν ἐν ἑαυτοῖς κρείττονα ὕπαρξιν ἐν οὐρανοῖς καὶ μένουσαν. Μἀποβάλητε οὖν τὴν παρρησίαν ὑμῶν, ἥτις ἔχει μισθαποδοσίαν μεγάλην. ὑπομονῆς γὰρ ἔχετε χρείαν, ἵνα τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ποιήσαντες κομίσησθε τὴν ἐπαγγελίαν. ἔτι γὰρ μικρὸν ὅσον, ἐρχόμενος ἥξει καὶ οὐ χρονιεῖ. ὁ δὲ δίκαιος ἐκ πίστεως ζήσεται· καἐὰν ὑποστείληται, οὐκ εὐδοκεἡ ψυχή μου ἐν αὐτῷ. ἡμεῖς δὲ οὐκ ἐσμὲν ὑποστολῆς εἰς ἀπώλειαν, ἀλλὰ πίστεως εἰς περιποίησιν ψυχῆς » (Πρός Ἑβραίους ι΄32-39).

Δηλαδή : «Νά θυμᾶστε τίς μέρες πού πέρασαν τότε πού γνωρίσατε τήν ἀλήθεια κι ἀγωνιστήκατε καί ὑπομείνατε πολλά παθήματα. Ἄλλους ἀπό σᾶς τούς διαπόμπευαν μέ βρισιές καί διωγμούς κι ἄλλοι ἀπό σᾶς συμπαραστεκόσασταν σ’ ἐκείνους πού περνοῦσαν τέτοιες στιγμές. Συμπάσχατε μ’ ἐμένα τό φυλακισμένο κι ἀντιδρούσατε μέ χαρά ὅταν ἅρπαζαν τά ὑπάρχοντά σας, γιατί ξέρατε πώς εἴχατε καλύτερη καί μόνιμη περιουσία. Μή χάσετε, λοιπόν, τό θάρρος σας, πού θά ἀνταμειφθεῖτε πλουσιοπάροχα, γιατί χρειάζεστε ὑπομονή γιά νά κάνετε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί νά καρπωθεῖτε αὐτό πού ὑποσχέθηκε. Ὅπως λέει ἡ Γραφή: Λίγο ἀκόμη, καί φτάνει ὁ ἐρχόμενος· δέ θ’ ἀργήσει.  Ὁ δίκαιος ἐξαιτίας τῆς πίστεώς του θά ζήσει· ἄν ὅμως δειλιάσει θά δυσαρεστηθῶ μ’ αὐτόν.  Ἐμεῖς ὅμως δέν εἴμαστε ἀπό κείνους πού ὑποχωροῦν καί χάνονται, ἀλλά ἀπ’ αὐτούς πού πιστεύουν καί σώζονται».

«Νηστεύοντες ἀδελφοί σωματικῶς, νηστεύσωμεν καί πνευματικῶς· λύσωμεν πάντα σύνδεσμον ἀδικίας· διαῤῥήξωμεν στραγγαλιάς, βιαίων συνναλαγμάτων· πᾶσαν συγγραφήν ἄδικον διασπάσωμεν·» (Στιχηρόν Ἰδιόμελον τοῦ πλαγίου δ΄ ἤχου τοῦ Ἑσπερινοιῦ τῆς Τετάρτης τῆς Α΄ Ἑβδομάδος τῶν Νηστειῶν).